Monday 23 December 2013

* Σκέψεις ΕπιΣκέψεων (ΖανΝτ'Αρκτική)



   …για άλλη μια φορά, λες κι ήταν, όχι το πιο λογικό πράγμα στον Κόσμο μα, το Μόνο Λογικό.

   Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο η συγκεκριμένη τοποθεσία όσο και η χρονική περίοδος που επέλεξε να βρίσκεται εκεί, ένιωθαν ιδανικές. Δε θα μπορούσε να είχε ταξιδέψει το κορμί του σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του πλανήτη, εκτός από αυτό και οποιαδήποτε άλλη εποχή εκτός από αυτήν!
Χειμώνα στην Ανταρκτική!

   Όσο περνούσε ο καιρός, συνήθιζε όλο και περισσότερο το κάψιμο στα ρουθούνια μα και στα πνευμόνια του, κάθε που επέλεγε να βγει έξω δίχως τη μάσκα υποστήριξης.
Ήταν ξεκάθαρη παραβίαση του κανονισμού ασφαλείας μα, ήταν το τελευταίο που τον ενδιέφερε μιας και… αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τον εαυτό του.

   Όσο περνούσε ο καιρός...
   Άραγε, περνούσε ο καιρός ή μήπως είχε παγώσει ακόμα κι ο χρόνος και δεν το είχε πάρει καν είδηση;
   Άραγε, αν ο χρόνος είχε παγώσει και πες πως το έπαιρνε είδηση… θα είχε κάποια διαφορά;

   Πήρε μια βαθειά, ζεστή, υγρή ανάσα και χαμογέλασε, κοιτώντας το είδωλό του, στον Καθρέπτη που υπήρχε στην πόρτα. Ακούμπησε τα χείλη του στο παγωμένο κρύσταλλό του και ψιθύρισε για άλλη μια φορά, την υπόσχεση που έδινε, κάθε που επιχειρούσε αυτό το… Μόνο Λογικό πράγμα στον Κόσμο…  
   "Θα επιστρέψω. Για εσένα. Μόνο για εσένα."

   Ήταν μια υπόσχεση που έδινε στον εαυτό του. Του έδινε δύναμη. Αν και… πιο πολύ, ένιωθε Όρκος Ιερός και Δέσμευση. Ξέρεις. Κάτι να φορτώνει τους ώμους του με ευθύνη. Το να δώσει το Λόγο του και να θέλει να τον Κρατήσει. Κι όχι σαν δικαιολογία. Μα, σαν τρόπος λειτουργίας. Ξέρεις. Χειρόφρενο στη μέση της Λεωφόρου και στην Επόμενη Σύγκρουση, να πας λίγο πιο κάτω.
Δεν ήταν ο αγαπημένος του τρόπος μετακίνησης, μα τον είχε δει μες στον Καθρέπτη του κι αυτόν. Και είπε να τον δοκιμάσει. Αυτό το concept, "Αν αντέχεις τις συγκρούσεις", είχε γίνει και τρόπος ζωής.

   Φυσικά, σε ένα μέρος όπως κι αυτό, ένας Καθρέπτης στην πόρτα, το τελευταίο δηλαδή που αντικρύζεις πριν βγεις στο απόλυτο -για τα ανθρώπινα δεδομένα- κρύο, δεν ήταν ιδέα που ικανοποιούσε καλλωπιστικές ανησυχίες. Ο Καθρέπτης στην πόρτα ήταν απλά, μια ακόμη υπενθύμιση. Η τελευταία υπενθύμιση πριν βγει κάποιος έξω. Να δει με τα ίδια του τα μάτια όσα πιθανόν παρέκαμψε η Σκέψη ή ακόμα και η Γνώση. Ένα τελευταίο check για εκείνην την περίπτωση που, θα άφηνε κάποιος  το Σταθμό, ξεχνώντας κάτι. Το όποιο κάτι.

   Για εκείνον όμως, ο Καθρέπτης λειτουργούσε διαφορετικά.
Ήταν ο άλλος του εαυτός. Κομμάτι από τα κομμάτια του. Κομμάτι του και Όλο μαζί. Ανάλογα το πόσο κοντά ή μακρυά στεκόταν. Μπορούσε να χωρέσει μονάχα δυο ματιές, σαν άγγιζαν τα χείλη, όπως και τώρα… ή να χωρέσει ολόκληρος, σαν τόσος δα μικρούλης, όταν στεκόταν, από τον Καθρέπτη, μακρυά. Εκείνες τις στιγμές που, είχε ανάγκη να δει το Έξω του. Να θυμηθεί Πώς είναι. Πού είναι. Κι αν είναι δυνατόν, να θυμηθεί και το Γιατί.

   Και σίγουρα, ετούτη τη στιγμή που άπλωνε το χέρι να ανοίξει την πόρτα, ο Καθρέπτης του φώναζε, "Στάσου Μακρυά μου", "Στάσου Μακρυά! Να σε Δω! Ολόκληρο"… "Πού είναι η Μάσκα Υποστήριξης;", "Πού πας έτσι πάλι; Πού"…
Μα, αυτός, με ένα του φιλί ακόμα, έκλεισε το μάτι στον Καθρέπτη και άνοιξε την πόρτα…


   Υπάρχουν πολλές παρομοιώσεις για το, πώς νιώθει μια ανάσα γυμνή κι εκτεθειμένη, Χειμώνα στην Ανταρκτική.
Καμιά τους όμως, δεν πλησιάζει στην περιγραφή αυτής της, κατά τα άλλα, Αίσθησης.
Αν πρόκειται για μία και μόνο Αίσθηση.
Αν πρόκειται καν για Αίσθηση!

   Λες και κάθε τι που νιώθεις εκείνη τη στιγμή, αδιαφορεί για το ανθρώπινο της μορφής σου και μεταφέρει εντολές απευθείας στον Εγκέφαλο! Προσπερνώντας κι αδιαφορώντας για νευρικές απολήξεις, συμπτώματα, προειδοποιητικούς συναγερμούς κι ό,τι άλλο σκαρφίστηκε η Φύση, για να σου δώσει μια ευκαιρία να ζήσεις σαν Άνθρωπος.

   Ζήσεις! Πόσο μεγάλο Κεφάλαιο κι αυτό, από Μόνο του!
   Αν και… το Σώμα, εδώ που τα λέμε… είναι απλά και μόνο Εργαλείο. Στολή. Μας δίνεται για να επιβιώσουμε σε ετούτον εδώ τον πλανήτη. Και μόνο σε αυτόν ή όμοιόν του.
Μετρημένες. Περιορισμένες δυνατότητες. Περατές. Διάρκεια. Ημερομηνία Λήξης.

Το Σώμα, δεν σου δίνεται για να Ζήσεις.
Μόνο για να επιζήσεις των όσων επέλεξες να Ζήσεις.

   Γυμνή Ανάσα! Χειμώνα στην Ανταρκτική!
   Καμία προστασία! Υποτυπώδη, έστω! Ένιωθε πόνο. Απίστευτο πόνο. Ναι. Κάψιμο στα ρουθούνια. Ναι… Μα αυτός ο πόνος, λες κι ερχόταν απευθείας από το Μέσα του. Σαν πληροφορία πιο πολύ. Σαν ενημέρωση. Κι όχι σαν βίωμα.
Μέχρι νεωτέρας όλα αυτά βέβαια

   Ηταν κάτι το οποίο δε μπορούσε να το προσδιορίσει ακριβώς. Δεν μπορούσε να το αποκωδικοποιήσει. Το Πώς άντεχε. Το Γιατί το αποζητούσε. Κι ακόμα περισσότερο… πώς ήταν δυνατόν, η κάθε παγωμένη του ανάσα, να τον έφερνε όλο και πιο κοντά σε αυτό που έβλεπε μες στον Καθρέπτη. Και Γιατί μόνο η Ανάσα; Γιατί όχι η Αφή; Όσες φορές δοκίμασε να βγει δίχως γάντια ή με ελάχιστα ρούχα πάνω του, επέστρεψε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα στη ζεστασιά και "ασφάλεια" του δωματίου του.
   Όσο μπορεί να θεωρήσει κανείς ως Ασφαλή, έναν εξερευνητικό Σταθμό, στημένο σε ένα κομμάτι πάγου, το οποίο ολισθαίνει κατά τακτά διαστήματα και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε να κρίνεται αναγκαία η διόρθωση των συντεταγμένων της θέσης του, μιας και κατά μέσο όρο, ο Σταθμός πλησιάζει στην φυσική ακτογραμμή κατά 14 χιλιόμετρα το χρόνο!

   Το Σκοτάδι είχε αρχίσει να σπάει στα δεξιά του ορίζοντα και να δίνει τη θέση του σε ένα γλυκό βαθύ Κόκκινο σεντόνι που, πάνω του γεννιόταν ένα ακόμη Μπλέ. Και σύντομα, κάπου στα μέσα της διαδρομής, μια σύντομη λευκοΚίτρινη στιγμή, θα όριζε τη Μέρα από τη Νύκτα. Όσο. Όπως.

   Κόκκινο, Κίτρινο, Μπλε, Λευκό και Μαύρο!
   Μα ναι! Γι αυτό κι ο Χειμώνας της Ανταρκτικής του ήταν τόσο, μα τόσο οικείος!
Τα τρία βασικά Χρώματα, η ολική Ανάκλασή τους κι η Ολική Απορρόφηση!
Όσα μπορεί κι αντιλαμβάνεται η Ανθρώπινη Όραση. Έκείνη που του δόθηκε να επιβιώσει πάνω σε ετούτο τον Τόπο, Γη.

Κι όλες οι Φωνές να του θυμίζουν!
"Είσαι ένας ΕπιΣκέπτης!"
"Η Γη είναι Σταθμός!"
"Είσαι ένας ακόμη ΕπιΣκέπτης! Όχι Κτήμα. Όχι Δέσμιος. Απλά, και μόνο ΕπιΣκέπτης!"
"Η Γη είναι ένας ακόμη Σταθμός! Όχι Ιθάκη. Όχι Φυλακή. Απλά και μόνο Σταθμός!"

Σκέψεις επί Σκέψεων.
Σκέψεις ΕπιΣκέψεων.

Φωνές!
Χειμώνα στην Ζαν Ντ'Αρκτική.

Από εκείνες… τις άλλες τις Φωνές που το ΣυνΠαν, μέσα από ένα Καθρέπτη, απλόχερα χαρίζει!







...από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων, "Έκανα Μια Σκέψη", του Γρηγόρη Κρέζου, 1969-