Sunday 9 February 2014

* Ο θεός σου, σου ανήκει… μέχρι να… (2)

Κάποτε, ένας θεός μου είπε…
- "Εγώ ειμί κι άλλος ουδείς"

Βέβαια, δε μου το είπε προσωπικά. Μέσω εντεταλμένων του το άκουσα.
Διαπιστευτήρια; Ποιοι, οι εντεταλμένοι; Όχι. Δεν είχαν. Τουλάχιστον, όχι θεωρημένα. Ξέρεις… Επικυρωμένα. Να πεις ότι είχαν μια σφραγίδα, έστω. Τίποτα.

Απλά… Κατέστρεψαν τα πάντα γύρω μου, οπότε, ή μόνη φωνή όπου άκουγα… ήταν η δική τους. Και, ξέρεις… τότε, Πίστευα. Δεν Ερευνούσα.


   Το πόσο μικρός ή μεγάλος, σημαντικός ή ασήμαντος, αλλαυτός ή ιδιαίτερος είναι αυτός που ονομάζουμε Άνθρωπος, μου είναι αδιάφορο. Εξαρτάται πάντα από το μέτρο σύγκρισης. Είναι όλα. Είναι και τίποτα. Απλά… αδιάφορο.
Ναι, υπάρχουν περιπτώσεις που, το μέγεθος παίζει βασικό έως κι αποκλειστικό ρόλο.
Μα ετούτη η περίπτωση, δεν είναι μία από αυτές.

   Από τις "πρόσφατες" χιλιάδες χρόνια ζωής του, υπάρχουν ενδείξεις πως, είχε την ανάγκη όχι απλά να πιστεύει πως υπάρχει κάτι ανώτερο από αυτόν… μα ότι, αυτό το Ανώτερο, υπάρχει για να τον προσέχει… να τον φροντίζει.

Κι όλα καλά ως εκεί… ως εδώ. Έως Όπου...

   Πέρα από αυτήν την ανάγκη -η οποία στην τελική, παίζει και να είναι μνήμη, γνώση κωδικοποιημένη στο DNA- το έρμο Άνθρωπος είχε και έχει την ανάγκη… να αποδίδει υλική υπόσταση στο Ανώτερό του. Ξέρεις…

Να έχει Σχήμα ο θεός του.

   Για να μη μπερδευόμαστε… μιλάμε για τα Γήινος Άνθρωπος.
Τα Γήινος Άνθρωπος είναι όντα, τα οποία έχουν κατασκευαστεί έτσι ώστε, να μπορούν να επιβιώνουν επάνω στον πλανήτη Γη. Και μάλιστα, με περιορισμένες έως και ανύπαρκτες δυνατότητες εξάπλωσής τους σε άλλους πλανήτες, αν υποθέσουμε ότι υπάρχουν συμβατοί πλανήτες υποδοχής και φιλοξενίας των Γήινος Άνθρωπος.

   Όσο μαρτυρά η μηδαμινή καταγεγραμμένη Ιστορία, τα όντα αυτά, είχαν ανέκαθεν χαμηλή αυτοεκτίμηση κι ανασφάλειες, παρόλο που ήταν σε θέση να προσαρμόζονται, να αντιμετωπίζουν και να επιβάλονται σε άλλα Γήινα Όντα, μιας και σήμερα, τα Γήινος Άνθρωπος βρίσκονται στην Κορυφή της Τροφικής Αλυσίδας (να μην πιάσω τώρα στο στόμα της πένας μου τις αποτυχημένες επιλογές λέξεων, τίτλων, φράσεων και concept όπως το "Κορυφή Τροφικής Αλυσίδας").


   Παρά, λοιπόν, το γεγονός του ότι, το Γήινος Άνθρωπος έλυνε κι έδενε πάνω στον πλανήτη Γη, είχε κι έχει την ανάγκη να νιώθει μικρούλης κι ανήμπορος ώστε να δικαιολογεί την τεμπελιά και την αναβλητικότητά του, οι οποίες διαδοχικά ή και ταυτόχρονα, τον επισκέπτονται κατά τη διάρκεια της κατά τα άλλα, επιτυχημένης πορείας του (Επιτυχημένης ως προς την επιβολή του στην πλειοψηφία των λοιπών Γήινων Όντων. Έτσι, για να μη μπερδευτούμε από τώρα).


   Το βάζω αυτό στην άκρη -προς το "παρόν"- και κάνω την εξής Σκέψη...
Αν είμαι κομμάτι από το Όλον, τότε, με το να πάψω να υπάρχω… (κι εννοώ, να πάψω), το Όλον θα πάψει να είναι... Όλον;
Κι αν πάψουν κι άλλοι; Κι αν πάψουν, μέσα σε μια στιγμή, Γαλαξίες ολόκληροι, αυτό το Όλον… θα πάψει να είναι Όλον ή απλά, θα μικρύνει;

Ναι, μπερδεμένη εξίσωση. Να τη μαζέψω λίγο…


   Με το να απαλείψεις ένα κομμάτι από το Όλον… θα του αφαιρέσεις την ιδιότητά του ως Όλον; Θα είναι μήπως Μερικόν; Κάμποσον; Παρολίγον;
…ή μήπως θα επαναπροσδιοριστεί και θα αποτελεί το νέο Όλον, το οποίο απλά, θα είναι κατά ένα κομμάτι μικρότερο του προηγούμενου μεγέθους του;

   Και τελικά… μας ενδιαφέρει ο Όγκος του Όλου… ή έστω το Ποσοστό πληρότητάς του;

Τελικά… μας ενδιαφέρει καν η ύπαρξη ή μη ύπαρξή του; Και πόσο;

   Αν ο θεός μας… μας κάνει τις Χάρες, θα μας νοιάζει αν είναι ολόκληρος ή μισός;

Θα μας ενδιαφέρει το φύλο του; Θα μας ενδιαφέρει αν είναι Ανθρωπόμορφος ή Απανθρωπόμορφος; Δεν θα εξακολουθεί για εμάς να είναι ο Ένας, ο Ολόκληρος;

Μικροί κι Ασήμαντοι θεοί. Μεγάλοι και Τρανοί.
Θεοί Μιας χρήσεως. Θεοί Πολλαπλών χρήσεων. Θεοί κατά Περίσταση. Θεοί κατά Παράσταση. Θεοί κατά Αντιπαράθεση.
Θεοί για όλα τα γούστα. Θεοί δίχως γούστο.
Θεοί για όλους. Θεοί για λίγους.
Είσαι θεός.
Δεν έχεις το θεό σου.
Θεέ μου!

Πόσοι είναι οι θεοί;
Πόσοι πρέπει να είναι;
Φτάνει Ένας;
Προλαβαίνει;

Φτιάχνω το θεό μου στα μέτρα μου. Όπως με βολεύει.
Γιατί ο θεός που μου πρότεινες, ερχόταν με ένα πακέτο προϋποθέσεων, περιορισμών και ψυχαναγκασμών που δεν μου έκαναν.
Τον έχω δικό μου.
Κατά δικό μου…
Κατάδικό μου.

   Τον φτιάχνω μεγάλο αρκετά ώστε να με προσέχει… να με υπηρετεί. Του αναθέτω ευθύνες. Αφού εκείνος με έφερε στον Κόσμο του δίχως να με ρωτήσει… του αναθέτω την ευθύνη της προστασίας μου και του φορτώνω τις αποτυχίες μου, επειδή με έφτιαξε ελαττωματικό.
   Κι αφού εγώ είμαι αυτός που του δίνω δύναμη να είναι αυτός που είναι… τον φτιάχνω έτσι ώστε να εντυπωσιάζει όποιον ακούει για αυτόν.
   Χτίζω Ναούς και τόπους Λατρείας για τον θεό μου. Για να πείσω ότι, ο υπηρέτης μου είναι ο καλύτερος όλων. Ο μοναδικός που κάνει σωστά τη δουλειά του.
Ο μοναδικός. Ο Ένας.

   Μόνο που… κάπου εκεί, χάνω και το παιχνίδι.
   Γιατί, από κει που μου έκανε όλα τα χατήρια… δίχως απαιτήσεις, αδιαμαρτύρητα και με απόλυτη επιτυχία… μόλις του άνοιξα μαγαζάκι και πλάκωσε πελατεία… ο θεός μου άλλαξε! Κι άλλαξε, επειδή τον άλλαξα εγώ… ο δημιουργός του… αναγκαστικά.
   Γιατί, όσοι ακολούθησαν τον θεό μου, όσοι πίστεψαν σε αυτόν, βασισμένοι στα λόγια μου και στις περιγραφές των κατορθωμάτων του… άρχισαν να έχουν κι αυτοί απαιτήσεις από αυτόν. Άρχισαν να μου τον απασχολούν και να κόβουν κομμάτια του. Άρχισαν να μοιράζονται τον χρόνο που μου αφιέρωνε, με αποτέλεσμα εκείνος να κουράζεται. Να μην προλαβαίνει. Κι έτσι, εγώ ο ίδιος… άρχισα να θέτω όρους. 

Να βάζω περιορισμούς. Προϋποθέσεις.

Να λιγοστέψουν οι πελάτες;
Όχι!
Αλλοίμονο!
Προς… θεού (μου)!

   Όχι για να λιγοστέψουν οι πελάτες… μα, για να μην έχουν τόσες πολλές απαιτήσεις από αυτόν. Να είναι τόσο απρόσιτοι οι όροι του ώστε εκείνοι που θέλουν τη βοήθειά του, να δυσκολεύονται αρκετά μέχρι να τα καταφέρουν… Κι ακόμα καλύτερα; Να απαιτείται η δια βίου συμμόρφωσή τους στους όρους του, με μόνη αμοιβή τη μετά (ανθρώπινον) θάνατον... αναγνώριση.

Και ξεκινάω τη μαζική παραγωγή θεών. Σε όλα τα μεγέθη.
Θεός Τσέπης. Θεός Τοίχου. Επιτραπέζιος θεός.
Θεός κεντητός. Τυπωμένος θεός. Θεός Ζωγραφιστός.
Ξύλινος ή Πλαστικός. Θεός Μεταλλικός.
Στο στήθος. Κρεμασμένος (για άλλη μια φορά).

Κι έτσι, οι ακόλουθοι του Όλου γίνονται Καθόλου.



Ξέρεις;
Κάποτε, ένας θεός μου είπε,
- "Ο θεός σου Γήινε Άνθρωπε σου ανήκει… μέχρι να τον κάνεις Θρησκεία. Μέχρι να του ανοίξεις μαγαζάκι και να τον βάλεις να ποζάρει στη βιτρίνα."




...απόσπασμα από τη σειρά διηγημάτων του Γρ.Κρέζου, "Κάποτε, ένας θεός μου είπε"



Saturday 8 February 2014

* Ο Χρόνος είναι…




- "Πες μου… Βρες μου μια λογική εξήγηση. Μιά άλογη. Κάτι! Πώς είναι δυνατόν να πήγαν τόσα χρόνια χαμένα!"
- "Χρόνια;"
- "Ναι… Χρόνια."
- "Χαμένα;"
- "Ναι… Χαμένα! Τί έπαθες; Δεν ακούς;"
- "Ακούω… Απλά, δε μπορώ να καταλάβω αν μου κάνεις πλάκα ή το εννοείς…"
- "Κοίταξέ με στα μάτια."
- "Είναι Θολά…"
- "Το ξέρω… Φαίνομαι λοιπόν για άνθρωπος που κάνει πλάκα αυτήν τη στιγμή;"
- "Τη συγκεκριμένη στιγμή, δεν φαίνεσαι καν για άνθρωπος. Και να σου πω την αλήθεια… και τις προηγούμενες τέσσερις στιγμές, πάλι δε φαινόσουν για άνθρωπος. Και… σου έχω νέα! ΔΕΝ είσαι άνθρωπος. Σύνελθε…"
- "Έχεις ειλικρινά την εντύπωση πως κάνω πλάκα;"
- "Χρησιμοποιείς τη φράση 'Χαμένα Χρόνια'… Τί άλλο να υποθέσω, από το ότι, μου κάνεις πλάκα;"
- "Μη με τρελαίνεις άλλο. Μίλα!"
- "Πες μου πρώτα από όλα, σε ποια Χρόνια αναφέρεσαι και για ποιο λόγο θεωρείς πως πήγαν Χαμένα. Και στην τελική… γιατί δεν ψάχνεις μπας και τα βρεις."
- "Τί να βρω; Τα Χρόνια; Είναι δυνατόν να γυρίσω πίσω το Χρόνο να τα ξαναζήσω;"
- "Μα, θα ήταν ηλίθιο εκ μέρους σου. Αν είναι να ζήσεις κάτι, γιατί να μη ζήσεις κάτι νέο; Γιατί να γυρίσεις πίσω; Να το ζήσεις αλλιώς; Κι αν το Νέο είναι ακόμα καλύτερο;"
- "Χαμένα, σου λέω. Καταλαβαίνεις; Δε με απασχολεί το να γυρίσω πίσω το Χρόνο. Δε θέλω να ξαναζήσω τα περασμένα ούτε να μπορούσα να γυρίσω πίσω για να τα ζήσω αλλιώς… Αυτό που θέλω να μάθω είναι το ΓΙΑΤΙ το πήρα τόσο στραβά, για τόσα πολλά χρόνια, τη στιγμή που είχα τον απόλυτο έλεγχο!"
- "Ναι. Κοίτα… αυτό το 'Απόλυτος Έλεγχος' πρόσεξέ το."
- "Όταν λέω 'Απόλυτο Έλεγχο' εννοώ πως, γνώριζα τι ήθελα. Γνώριζα τί έκανα. Γνώριζα κι αποδεχόμουν τις συνέπειες. Ανά πάσα στιγμή! Κάποιες φορές μάλιστα, τις αποζητούσα."
- "Ναι. Θυμάμαι… Και;"
- Τί 'Και'; Για ποιο λόγο άφησα να πάνε χαμένα τόσα χρόνια, βγαίνοντας από το δρόμο μου, κάνοντας έναν απίστευτο κύκλο κι επιστρέφοντας στο σημείο που ήμουν; Ή μάλλον… σχεδόν στο επίπεδο που ήμουν. Γιατί να μην είχα συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς, με τον ίδιο τρόπο σκέψης, με την ίδια τακτική διάδρασης;"
- "Μάλλον επειδή το Τσάμπα, όχι απλά πέθανε… αλλά παίζει και να μη γεννήθηκε καν."
- "Σε έχασα… τί έννοείς;"
- "Δεν ξέρω τί έχεις πάθει σήμερα, μα… ξέρεις πως, δε γίνεται να με Χάσεις. Να με Βγάλεις, ίσως. Να με Χάσεις όμως…"
- (…)
- "Συμφωνείς ότι, ο Χρόνος είναι από τα πιο Απατηλά Concepts;"
- "Μάλλον Ναι. Μα, σε αυτό φταίει η ορολογία, η απόδοση της έννοιας αν θες, οι εφαρμογ-…"
- "Ναι. Φταίει κι η Γη που είναι στρογγυλή."
- (…)
- "Αυτή τη στιγμή, είσαι σε θέση να εκτιμάς πως, ήταν Χαμένα Χρόνια. Έζησες το Πριν. Έζησες το Κατά-τη-διάρκεια. Ζεις στο Μετά του Τότε. Έχεις την δυνατότητα να συγκρίνεις. Αν δεν είχες αλλάξει μονοπάτι, θα ήσουν σε θέση να γνωρίζεις αν, αυτό που υπήρξες πριν τα Χαμένα Χρόνια -το οποίο μοιάζει τόσο πολύ σε αυτό που είσαι- ήταν καλύτερο από εκείνο που υπήρξες κατά τη διάρκεια των Χαμένων Χρόνων;"
- (…)

- "Ξέρεις… ο Χρόνος… ο Χρόνος είναι Χρήμα!"
- "Ναι. Να μη σε καθυστερώ λοιπόν…"
- "Κάτσε κάτω! Μην κουνηθείς! Και μην πεις Λέξη, αν δε σου απευθύνω το Λόγο! Κι Άκου!"
- "Να μου από-ευθύνης το Λόγο;"
- "Ναι… να πάρω την ευθύνη από τα λόγια που θα πείς."
- (!)

- "Ειλικρινά τώρα… γνωρίζεις γιατί λέμε πως, ο Χρόνος είναι Χρήμα;"
- "Ναι. Μα, φυσικά και γνωρίζω… Αν εκμεταλλευτείς τον Χρόνο σου σωστά, μπορείς να βγάλεις πολλά χρήματα και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να στον σπαταλ-…"
- "Συγγνώμη… Τί ρώτησα;"
- "Αν γνωρίζω γιατί λέμε πως, ο Χρόν-…"
- "Ναι. ΟΚ… Εσύ όμως γιατί μου απαντάς στο 'γιατί λένε', ενώ σε ρώτησα 'γιατί λέμε';"
- (…)
- "Ο Χρόνος είναι Χρήμα, σημαίνει πολύ απλά… πως, ο Χρόνος είναι Μέσο Συναλλαγής. Νόμισμα, αν θες. Με το Χρόνο, ψυχή μου, δεν πλουτίζεις. Με το Χρόνο απλά, Αγοράζεις. Νοικιάζεις. ΠΛΗΡΩΝΕΙΣ!"
- (…)
- "Ο Χρόνος σου είναι Πολύτιμος ΟΧΙ επειδή μέσα ΣΕ αυτόν μπορείς να βγάλεις λεφτά… μα, επειδή ΜΕ αυτόν, μπορείς να πληρώσεις τα σπουδαιότερα των Μαθημάτων!"
- (!)

- "Με το Χρόνο σου, πληρώνεις τα Δίδακτρα!"


- "…"
- "Αρχίζει να ξεκαθαρίζει λίγο η Εικόνα, στο θολωμένο σου μυαλό;"
- "Τα μάτια ήταν θολωμένα. Όχι το μυαλό."
- "Καλά… για αυτό το τελευταίο, μην πάρεις και όρκο. Έχεις φάει τίποτα σήμερα;"
- "Λίγο κέικ της μάνας και δυο κούπες καφέ."
- "Όλη μέρα;"
- "…και δυο τρεις ακόμα καφέδες μετά."
- "Άντε, φάε το τυράκι που έχει μείνει… κόψε και μια ντοματούλα στα τέσσερα, να έχει κάτι το στομάχι να ασχολείται και το συμμαζεύουμε μετά… Το σαλαμάκι, άστο. Πέτα το."
- "Μην ανησυχείς… το' χω."
- "Σίγουρα;"
- "Το' χω σου λέω…"
- "Δικό μου είναι. Εγώ το έχω γράψει…"
- "Το ξέρω. Μόνο εσύ θα μπορούσες να το έχεις γράψει και μόνο εσύ θα μπορούσες να είχες τοποθετήσει κάθε Τόμο από το Χτες μου πάνω απ' τη φωτογραφία που δείχνει όσα έχω μες στα Στήθη."
- "Με κατάλαβες λοιπόν;"
- "Είσαι ο μόνος που θα μπορούσε να είχε ανοίξει το καπάκι της καμινάδας…"
- "Ναι. Εγώ κι ο Άη Βασίλης."
- "Μόνο που… εκείνος δεν υπάρχει."
- "Κατάλαβες λοιπόν τί ήταν κι εκείνος ο θόρυβος που άκουσες τη νύχτα;"
- "Ναι. Σκόνταψες στο ασημί το καλαθάκι."

- "Μη μου ξαναμιλήσεις για Χαμένα Χρόνια. Δεν υπάρχουν Χαμένα Χρόνια. Ούτε καν Χαμένες Στιγμές."
- "Όχι. Ποτέ ξανά. Κάθε τι που έζησα, το πλήρωσα με Χρόνο. Και μόνο με Χρόνο!"

- "Χρόνος…! Αν υπάρχει μία μόνο φράση που, να είναι αληθινή, αυτή είναι το, 'Ο Χρόνος είναι Χρήμα'…"
- "Έτσι…"
- "Περασμένα Χρόνια!"
- "Υπέροχα!"
- "Τροφή για το Σήμερα!"
- "Τα λέμε Μετά…"
- "Τα λέμε Αύριο…"

- "Τί λέμε 'Αύριο'…"
- "Αυτό που θα αγοράσεις με τα Ρέστα από το Χρόνο που ξόδεψες στο Τώρα."

- "Είναι αλήθεια λοιπόν!"
- "Σου έχω πει ποτέ ψέμματα;"
- "Άραγε… ξεκινάμε όλοι με το ίδιο Κεφάλαιο;"
- "Με Ίδιο Κεφάλαιο… αλλά όχι με το ίδιο Κεφάλαιο."
- "Και το Τέλος;"
- "Ξοδεύοντας και τα τελευταία ψιλά από τα Ρέστα…"
- "Δηλαδή… όσοι δεν ξοδεύουν, ζούνε περισσότερο;"
- "Ναι… Ζούνε Περισσότερο… μα Όχι Περισσότερα!"
- "Έχεις να μου δώσεις ένα κατοστάρικο;"
- "Έχω. Για εσένα… έχω."
- "Μα, θα ζήσεις λιγότερο."
- "Θα Ζήσω όμως Περισσότερα."




…απόσπασμα από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων "Έκανα μια Σκέψη", του Γρ. Κρέζου, 1969 -




Sunday 2 February 2014

* Παίξε μου μια Λέξη (Ένα Σύντομο Φόρτωμα)



Πόσο αστεία είναι τελικά η λέξη 'Λέξη'!
Και πόσο αστείο είναι το να τη βλέπεις γραμμένη.

Γράφω Λέξεις!
Αδύνατο! Πώς;

Λέγω Λέξεις. Μα, γράφω Γράψεις.
Οι Γράψεις μπορεί να είναι Λεγμένες ή Λέξιμες. Μα, όχι Λέξεις.

Άκου "Γράφω Λέξεις"...!
Αδύνατο! Πώς;

Μπορώ να Λέξω Γράμματα;
Ή μόνο να τα Γράψω;



Πόσο ανελέητα έχουμε βιάσει αυτές τις ομάδες "γραμμάτων" με τις οποίες προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε! Αν και, τελευταία… όσο το ψάχνω περισσότερο, έχω ολοένα και πιο έντονη την εντύπωση πως, η προφορική επικοινωνία δεν ήταν και τόσο παρθένα, από γενέσεως. Κι έχω επίσης την εντύπωση πως, όχι μόνο δεν ήταν παρθένα η προφορική επικοινωνία, μα ήταν κι ελαττωματική.

Οι Λέξεις απο-τελούνται από… Γράμματα ή από Φθόγγους;

Αν το 'Από' στο Απάνθρωπος είναι στερητικό, αφαιρετικό… τότε στο Από-Φαση', τί είναι;
Τί είναι τελικά αυτή η περιβόητη Από-Φαση που, κάθε τόσο πρέπει να παίρνουμε;

Αφαίρεση!
Από-Αίρεση...
Η Αίρεση είναι το θετικό δηλαδή… οπότε το πρόθεμα 'Από' δημιουργεί τη "Λέξη" με την οποία δηλώνουμε μείωση, ελάττωση… Όμορφα!

Από-Γνώση!
Πέφτω σε αυτήν την κατάσταση επειδή… Δεν έχω Γνώση; Επειδή Χάνω τη Γνώση;
Πώς δημιουργήθηκε αυτή η Λέξη;
Δεν έχω ποια ακριβώς Γνώση;

Από-Θηκεύω!
Με την ίδια λογική… δε θα έπρεπε να σημαίνει, "Βγάζω από τη Θήκη";
Γιατί όμως εννοούμε "Βάζω σε Θήκη"; 

Από-Θνήσκω!
Έλα μου εδώ τώρα…
Αν Θνήσκουν οι Θνητοί… αυτός που Απο-Θνήσκει, δε σημαίνει πως, παύει να ανήκει σε αυτούς;
Τί σημαίνει στην πραγματικότητα;
Πεθαίνω ή Ελευθερώνομαι από εκείνους που Πεθαίνουν;
Γιατί, το να παύεις να ανήκεις στους Θνητούς… δε σημαίνει ότι παύεις και να υπάρχεις.

Από-Γοητεύω!
Αφαιρετικό κι εδώ.
Άσε το ασχολίαστο.

Από-Τελώ!
Χα!
Για πες;

Από-Φωνώ!
Από-Κλείω!
Από-Κολλώ!

Από-Λύομαι! Απολύομαι; Γιατί όχι απλά 'Λύομαι'; Γιατί 'Από';

Από-Τελειώνω!
Πετυχημένο αστειάκι κι αυτό…
Έμφαση!



Ρε, δε με παρατάτε με την εμμονή σας να θέλετε να συνεννοηθείτε με τα Λόγια;
Πώς;
Πώς ρε, που επιμένετε σε ένα τέτοιο σύστημα επικοινωνίας;

Είναι στημένο το ματσάκι ρε!
Στημένο!



Εκείνοι που σας κατέβασαν εδώ, γκρέμισαν τη Γέφυρα πριν φύγουν.
Πλούσια η Γλώσσα… ναι! Τόσο Πλούσια όσο κι Ελλειπής!
Και σας την έδωσαν Πλούσια ώστε να χάνεστε τόσο εύκολα όταν χρησιμοποιείτε τις Ίδιες Λέξεις, όσο κι όταν χρησιμοποιείτε Έτερες.

Ψάξτε μωρέ τις Ιδιαίτερες.
Ψάξτε και αν δεν τις βρείτε, θα σας βρουν Αυτές.

Μα, Ψάξτε!




…από τη "συν-λογή" κειμένων "Σύντομα Αυτοτελή Φορτώματα" του Γρ. Κρέζου, 1969 -



* Παρών στο Παρόν


   "Ένα κάψιμο στο στέρνο… ένα σφίξιμο αριστερά, στο στήθος και μόνιμη τάση για εμετό", είπε ο Ερμής και χαμηλώνοντας τα μάτια, συνέχισε να κάνει σχέδια πάνω στη στάχτη, με την καύτρα από το τσιγάρο του.
   Η Δωροθέα τον κοιτούσε επίμονα. Κάτι δεν ακουγόταν σωστό στα λόγια του. Ή μάλλον, στον τόνο της φωνής του. Έδειχνε καταβεβλημένος. Στο δεξί του χέρι, σιγόκαιγε ένα τσιγάρο που είχε στρίψει μισή ώρα πριν -το οποίο έσβηνε και ξανάναβε με ίδια-έτερη ευχαρίστηση- ζωγραφίζοντας με απαλές, αργές κινήσεις, πάνω στη στάχτη που είχε μαζευτεί στο αυτοσχέδιο, από αλουμινόχαρτο, σταχτοδοχείο του… μα, τα νύχια του αριστερού χεριού του είχαν ήδη σημαδέψει τη σάρκα της παλάμης του, σε μια γροθιά που έσφιγγε όλο και δυνατότερα, αφαιρώντας κάθε σταγόνα αίματος από τις κλειδώσεις των δακτύλων του και μαζεύοντάς το όλο στα ακροδάκτυλα. Μια γροθιά που, αν συναντούσε ξένη σάρκα, μπορούσε να επιφέρει ακόμα και τον…
Λες κι έτσι κρατούσε τις ισορροπίες του. Λες και θυσίαζε ένα μέρος του κορμιού του, μαζεύοντας εκεί όλη την αρνητική ενέργεια που υπήρχε Μέσα του, προκειμένου το υπόλοιπο κορμί να ζει και να αναπνέει ελεύθερο από κάθε μολυνσμένη Σκέψη.

   Είχε περίεργο τρόπο να κρατά ισορροπίες ο Ερμής. Ήταν από εκείνα τα πλάσματα που, αν έπεφτε το μισό κορμί τους στη Φωτιά, αντί να το τραβήξουν μην καεί, θα έριχναν το υπόλοιπο μισό στον Πάγο. Ζούσε στα άκρα, κάθε επιλογή του. Την απόλυτη Οδύνη με την απόλυτη Ηδονή. Όση διάρκεια κι αν είχαν.
   Πλάσματα! Τέλος πάντων. Μια ακόμα Λέξη κι αυτή. Ό,τι σημαίνει για τον καθένα. Όσο άυλο, άλλο τόσο υλικό. Και τα δυο μαζί. Και τίποτα. Ταυτόχρονα.

   Ήταν ήδη Πέντε το απόγευμα κι όμως ένιωθε σαν Οκτώ το πρωί. Σα νυσταγμένη Σκέψη που μόλις τράβηξε μια τζούρα από τον πρώτο πρωινό καφέ.

   - "Πάντα κουβαλάς ένα κομμάτι αλουμινόχαρτο στην τσέπη;", τον ρώτησε με ενδιαφέρον. Αν και Περίεργη από τη Φύση της, οι ερωτήσεις που του υπέβαλε, όσο απλές και καθημερινές κι αν φάνταζαν, έβγαιναν από το στόμα της προς ειλικρινή αναζήτηση της πιο αχνής απάντησής του. Γιατί γνώριζε πολύ καλά πως, κάθε του απάντηση, όσο απλή και καθημερινή φάνταζε κι όσο κι αν αφορούσε στην ερώτηση που του είχε υποβάλει, ήταν απαντήσεις κλειδιά που είτε με τον ένα τρόπο είτε με τον άλλο, της έλυναν άλλες απορίες οι οποίες προέκυπταν κατά τη διάρκεια του Ταξειδιού. Ακόμα κι αν ήταν απλά ένα Ναι ή Όχι.

   Βέβαια, το tripάκι που συμπαρασύρει καμιά φορά τον απλό άνθρωπο, όταν δέχεται μια απάντηση από τέτοιου είδους πλάσματα, είναι το ότι, ως γνώστες των συμπαντικών διαδικασιών, οι απαντήσεις τους είναι και προκλήσεις τους. Απαντήσεις που δίνονται μόνο και μόνο για να προκαλέσουν το αντίθετο από αυτό που φανερώνουν οι Λέξεις. 
Αν και, το Συν-παν… καμιά φορά, καταλαβαίνει πότε πας να επισπεύσεις καταστάσεις.
   Όπως και να είχαν τα πράγματα κι οι δυο τους ανήκαν σε μια ευρύτερη Οικο-έννοια τέτοιων πλασμάτων, για τα οποία ανθρώπινες έννοιες όπως "Χρόνος" κι "Απόσταση" ήταν απλά, Λέξεις.
Και οι Λέξεις… δημιουργήθηκαν για να πλανεύουν.

Εν Αρχή ην ο Λόγος

Για σκέψου, Εν Αρχή, να ήταν η Σκέψις.
Η Νόησις.
Το Νεύμα.
Το Βλέμμα.
Η Ενέργεια.

Πόσο, μα πόσο άχρηστος κι άχριστος θα έμενε ο Λόγος.
Εκείνοι που απέθεσαν το Άνθρωπος σε αυτόν εδώ τον τόπο, του έδωσαν από την αρχή το Λόγο. Για να μην έχει την παραμικρή ελπίδα να επι-κοινωνήσει.
Στη Βαβέλ… δεν έμεινε στη μέση ο Πύργος που χτιζόταν… μα γκρεμίστηκε η Γέφυρα που προ-υπήρχε.

   - "Όχι. Είχα τυλίξει για το δρόμο δυο κομμάτια πίτσα, από χτές το βράδυ. Δεν ήθελα να το αφήσω στο αυτοκίνητο.Έτυχε. Κοίτα να δεις που χρειάστηκε τελικά", της απάντησε και ξανάναψε το τσιγάρο που είχε σβήσει και πάλι.
   - "Κι ο λόγος που δεν τινάζεις τη στάχτη στα βότσαλα πάνω είναι…;", τον ρώτησε, μα αυτή τη φορά από καθαρή περιέργεια μιας και η προηγούμενη απάντησή του, καθόλου, μα καθόλου Συμπαντική δεν της ακούστηκε.
   - "Δωροθέα… κοίτα γύρω σου. Αυτή η παραλία θα έχει αρκετές αναμνήσεις από τη συνάντησή μας αφού φύγουμε. Αν είναι να μείνει Στάχτη πάνω της που, να θυμίζει το πέρασμά μας… καλύτερα να είναι η δικ-…"
   - "Μη!", τον διέκοψε. "Ξέρω… Όχι ακόμα."

   Ο Ήλιος είχε ήδη αρχίσει να πέφτει πίσω από το βουνό και η υπόλοιπη παρέα από αυτά τα ίδια-έτερα πλάσματα ετοιμάζοταν να μπει στο νερό. Οι φωνές τους χαμηλές, ανεπαίσθητες. Πιο πολύ σαν ψίθυροι από άνεμο ένιωθαν. Ή μάλλον, σαν ψίθυροι από κύμα που σβήνει. Ό,τι. Πολύ μικρή σημασία είχε.
Ένα ένα προχωρούσαν με σταθερά βήματα και χάνονταν μέσα στη θάλασσα. 

   
   - "Νεράκι", είπε η Δωροθέα και του έκανε νόημα να τελειώνει επιτέλους με το τσιγάρο του, το οποίο πλέον, ίσα που μπορούσε να το ακουμπά στα χείλη του δίχως να καίγεται.
   - "Θέλεις μια τζούρα πριν το σβήσω;", τη ρώτησε.
   - "Όχι. Δυσκολεύτηκα πολύ να το κόψω. Δεν θέλω να μπω στον πειρασμό", του απάντησε.

   Τύλιξε επιμελώς τη γόπα από το τσιγάρο μέσα στο αλουμινόχαρτο και το άφησε κάτω από τα παπούτσια του.
- "Θύμισέ μου να το πάρω όταν θα φεύγουμε", την παρακάλεσε.
- "Ναι. Θα σου θυμίσω… εκτός κι αν έχουμε γίνει όλοι Στάχτη", του απάντησε.

   Γέλασαν κι οι δυο τους δυνατά. Κι αυτό το γέλιο αντήχησε σε όλη τη χαράδρα που οδηγούσε στην παραλία.
Ήταν ένα δροσερό, καλοκαιρινό απόγευμα. Είχαν συναντηθεί όλα τα ίδια-έτερα πλάσματα σε εκείνη την παραλία. Το καθένα με δικό του μέσον. Είχε κι αυτό το συμβολισμό του.

Σε ετούτη τη Ζωή, μόνοι μας ερχόμαστε.
Όσοι δεν καίγονται στο Ταξείδι κι όσοι μένουν πιστοί στα Θέλω τους, ποτέ δεν φεύγουν 'μόνοι'.


Νεράκι.








...από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων, "Έκανα Μια Σκέψη", του Γρηγόρη Κρέζου, 1969- 





Saturday 1 February 2014

* Ανθρώ-ΠΟΙΝΟ e-Ξημέρωμα


- "Κάτι ήθελες να με ρωτήσεις…"
- "Α, ναι… Ποιος, πιστεύεις ότι, είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου".
- "Αυτό ήταν;"
- "Ναι… Γιατί;"
- "Ανέκδοτο είναι;"
- "Όχι ρε. Σοβαρά τώρα… Με ενδιαφέρει η γνώμη σου… Σκέφτομαι να αγορ-…"
- "Σκύλο ή Γάτα… και παίρνεις γνώμες από δω κι απο κει… Δηλαδή, δεν είναι Περιέργεια. Στατιστικό είναι το θέμα…"
- "Ρε συ, ειλικρινά τώρα… θα κάνουμε τέτοια ανάλ-…"
- "Μα, με ρωτάς, λες και ο Άνθρωπος είναι κάτι το τόσο σημαντικό πια…"
- "Για τον εαυτό μου σου μιλάω".
- "Τότε, μου μιλάς, λες και δεν είσαι Άνθρωπος".
- "Άστο… μα το θεό. Άστο. Μια χαρά άνθρωπος είμαι".
- "Τότε, μου μιλάς, λες και είσαι σημαντικός…"
- "Αν σκοπός σου είναι το να με προσβάλεις… τα καταφέρνεις μια χαρά".
- "Σήμερα, στο δρόμο για το σταθμό, είδα κάτι Ibis στο πάρκο. Ξέρεις, αυτά τα πουλιά με το μακρύ ράμφος που μοιάζει με καλαμάκι… Ένα από αυτά είχε ένα κομμάτι ψωμί στο στόμα του. Όσο κι αν πρόσεχε, το ξεροκόμματο γλυστρούσε, οπότε έπρεπε να το αφήσει κάτω… και να προσπαθήσει να το πιάσει αλλιώς για να το φάει".
- "Λογικό… Πού σου φαίνεται το περίεργο; Το ράμφος τους δεν είναι φτιαγμένο για ξεροκόμματα μα, για να ξεθάβουν σκουλήκια στο βάλτο, στο γρασίδι… όπου. Το περίεργο θα ήταν αν καταβρ-…"
- "Μη με διακόπτεις. Άκου. Προσεκτικά…"
- (…)
- "Έλα όμως που, κάθε φορά που άφηνε το κομμάτι στο γρασίδι, και έγερνε το κεφάλι του στο πλάι, για να το βάλει καλά στο στόμα του και να το μεταφέρει… εκεί δίπλα του, έξι ακόμα Ibis, περίμεναν πώς και πώς μια λάθος κίνησή του, "για να του πάρουν την μπουκιά μέσα από το στόμα".
- (…)
- "Σου θυμίζει κάτι;"
- "Πού το πάς;"
- "Θυμάμαι, παλιά… εκεί στη Βιομηχανική Ζώνη που δούλευα… ήταν άπειρα αδέσποτα. Ξέρεις, δίχως Δεσπότη να αποφασίζει για πάρτη τους… Όποτε λοιπόν ερχόταν η παρέα -συνήθως πεντέξι αλητάκια, πανέξυπνα, ταλαιπωρημένα και σημαδεμένα από τις μάχες- έβγαινα στη ράμπα και τους έριχνα ό,τι υπήρχε διαθέσιμο εκείνη τη στιγμή".
- (…)
- "Μάντεψε! Ακριβώς το ίδιο. Όπως και τα Ibis… Κάθε που έπεφτε στο χώμα μια μπουκιά φαγώσιμο, ο πρώτος που το άρπαζε, γρύλιζε απειλητικά στους υπόλοιπους… από τους οποίους, οι πιο θαραλλέοι, τον ακολουθούσαν μέχρι να σταθεί κάπου να το φάει ή -ακόμα καλύτερα γι αυτούς- να κάνει το λάθος να το ακουμπήσει για λίγο στο χώμα και να το βολέψει καλύτερα στο στόμα του. Και τότε, ο πιο γρήγορος κι ουχί ο δυνατότερος, το άρπαζε, στην κυριολεξία, μέσα από τα δόντια του άλλου…"
- "Ωραία όλα αυτά… μα, ειλικρ-…"
- "Σε τρομάζει η εικόνα του να κλέβει ο ένας κάτι από το στόμα του άλλου ή το ότι, εθελοτυφλούμε και χάνουμε τη μεγαλύτερη εικόνα;
- (…)
- "Βάλε όλη αυτήν την σκέψη στην άκρη… και πες μου αν γνωρίζεις κάτι σχετικά."
- "Σχετικά με τι…"
- "Έχεις δει ποτέ, Σκύλο να εξημερώνει άλλο Σκύλο;"
- "Εσύ τώρα, κάπου αλλού το πας αλλά δε μπορώ να σε πιάσω… Να σε σώσω κι από τον κόπο να διπλώνεις και να ξεδιπλώνεις λέξεις…"
- "Συγκεντρώσου λίγο! Λοιπόν... Έχεις δει ποτέ ένα οποιοδήποτε Ζώο, να εξημερώνει όμοιό του; Σκέψου ολόκληρο το Ζωικό Βασίλειο. Σκέψου και πες μου. Υπάρχουν, για παράδειγμα, γορίλλες και χιμπαντζήδες που διατηρούν 'οικιακά ζώα', με σχέσεις εξάρτησης. Κανονικά. Σκύλους και Γάτες κυρίως μα και... Πτηνά. Και δε μιλώ για τις "περίεργες" φιλίες μεταξύ διαφορετικών ζώων… Μιλώ για εξημέρωση και αντιμετώπισή του ως Κατοικίδιο".
- (…)
- Μην το ψάχνεις. Είμαι σίγουρος ότι έχεις κάτι στο μυαλό σου μα, μην το πεις ακόμα… θα φτάσω κι εκεί, σε λίγο.
- (…)
- "Με ρώτησες για τον καλύτερο φίλο του ανθρώπου… και θεώρησες δεδομένο πως θα εννοήσω κάποιο 'Ζώο'. Σωστά;"
- "Σωστ-…"
- "Μη με διακόπτεις. Ρητορική η ερώτηση".
- (…)
- "Με ρώτησες, θεωρώντας δεδομένο το ότι, ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου… Σωστά;"
- (…)
- "Με ρώτησες, θεωρώντας πως, ο άνθρωπος είναι τόσο καλός ώστε να έχει φίλους, οι οποίοι όμως δε μπορεί να είναι άνθρωποι, παρά μόνο 'Ζώα' κατωτέρων, από αυτόν, βαθμίδων στην τροφική αλυσίδα του… Πλανήτης Γη".
- (…)
- "Νιώθεις 'μοναξιά… και θες συντροφιά'. Και δεν ψάχνεις συντροφιά στα ομοειδή σου… μα, ψάχνεις μια συντροφιά 'κατώτερης αξίας' επειδή θα βρεις τί; Μα φυσικά, τί άλλο… υποταγή στην ανθρώπινη ανωτερότητά σου. Σωστά; Και είμαι σίγουρος πως, παρακαλούσες να σου προτείνω ένα Σκύλο. Κι όχι μια Γάτα, η οποία έχει δική της προσωπικότητα και στην ουσία, εκείνη είναι που κατέχει ΚΑΙ τον 'κάτοχο΄ ΚΑΙ την οικία του… Σωστά;"
- (…)
- "Λοιπόν, άκου… Το πιο εξημερωμένο και υπάκουο ζωντανό είναι το Άνθρωπος".
- "Κοίτα… περιμένω τόση ώρα υπομονετικά κι ανέχομαι τις προσβολές σου μα, αν είναι να αρχίσεις τις μαλακ-…"
- "Κανένα πρόβλημα. Τα λέμε. Πρέπει να φύγω. Γεια."
- (…)
- "…"
- "Στάσου! Στάσου που ανάθεμά με κι αν βγάζω άκρη με τη βλαμμένη Σκέψη σου. Ορίστε. Σκάω. Το βουλώνω… Το βουλώνω! Μίλα. Μίλα αλλά τελείωνε επιτέλους!"
- "Δεν υπάρχει κάποια ομάδα ζώων στη Φύση που, να εξημερώνει ομοίους της και να τους χρησιμοποιεί, όπως ο άνθρωπος τα κάθε λογής κατοικίδια. Και μέσα σε αυτά, συμπεριλαμβάνω όλα τα οικόσιτα. Όχι μόνο τα 'προς συντροφία' αλλά και τα προς παραγωγική εκμετάλλευση".
- (…)
- "Φέρε τώρα στο μυαλό σου την προηγούμενη κουβέντα, σχετικά με το πώς τα αποκαλούμενα 'Ζώα', μάχονται καθημερινά για την εξασφάλιση τροφής. Το πώς κλέβουν ένα ξερό ψωμί ο ένας από το στόμα ή το ράμφος του άλλου. Σκέψου πόσες ομοιότητες έχουν με τα ζώα που αποκαλούμε 'ανθρώπους'. Πόσο ανελέητα και πόσο πιο άγρια, αυτό το 'άνθρωπος' αρπάζει και διεκδικεί, όχι μόνο την τροφή… μα και τη ζωή την ίδια από τα χέρια των ομοίων του αλλά και των υπολοίπων ζώων".
- "Ναι. Ωραία. Και;"
- "Είναι δυο τα κρατούμενα, βλάκα μου. Το ένα είναι το ότι, εσύ ο Άνθρωπος είσαι ένα αδίστακτο ζώο που, δεν θα υπολογίσεις το παραμικρό, προκειμένου να ικανοποιήσεις τις ορέξεις σου και το δεύτερο το ότι, μπορείς να σκλαβώσεις μόνο εκείνα τα ζώα που βρίσκονται σε κατώτερη βαθμίδα, της τροφικής αλυσίδας, από εσένα".
- "Και τί σχέσ-…"
- "Δεν είσαι ικανός να σκλαβώσεις ομοίους σου. Είναι αδύνατο. Είναι απαγορευτικό, από την ίδια τη Φύση! Αν μπορούσες να το κάνεις εσύ, θα το έκαναν και τα υπόλοιπα ζώα. Δεν διαφέρεις στο παραμικρό από αυτά. Όσο κι αν χτυπηθείς για να μου φέρεις παραδείγματα Ανθρώπων που υποφέρουν από Ανθρώπους. Κι αυτό, επειδή θα αγνοήσεις είτε ηθελημένα είτε όχι τη διαφορά μεταξύ Υποταγής και Εξόντωσης".
- (…)
- "Όλα τα ζώα μάχονται ομοίους τους. Είτε για την άμεση επιβίωση -το να κλέψουν τη μπουκιά μέσα από το στόμα του άλλου- είτε έμμεσα, σκεπτόμενα μακροπρόθεσμα όπως, το να υπερασπιστούν την περιοχή κυνηγιού τους εξοντώνοντας κάθε επίδοξο εισβολέα".
- "Θες να πεις πως…"
- "Θέλω να πω αυτό που φοβάσαι να αποδεχθείς… το ότι, το Άνθρωπος -εσύ ο Άνθρωπος- είσαι το πιο εξημερωμένο ζώο του 'Πλανήτης Γη'… Ρίξε μια ματιά γύρω σου και πες μου τί βλέπεις. Τί άλλο, παρά υποταγμένους Ανθρώπους. Υποταγμένα αντίγραφα του εαυτού σου, των οποίων η άγνοια, γύρω από αυτό το μικρό μυστικό που μοιράστηκα μαζί σου, είναι αδιαμφισβήτητη. Και περισσότερο, επειδή θεωρούν πως…"
- "Θες να πεις ότι οι Άνθρωποι είναι υποταγμένοι σε κάποια άλλη Φυλή; θέλεις να πεις ότι σε αυτόν εδώ τον Πλανήτη, εκείνοι που κρατούν την ανθρωπότητα υποταγμένη, εκείνοι που ελέγχουν το πώς, πότε και τί θα σκεφτεί ο καθένας από εμάς, δεν είναι… Άνθρωποι;"
- "…προχώρα το".
- "Θεέ μου! Καταλαβαίνεις τί μου λες; Μου μιλάς για εξωγήινους; Κάθομαι και σε ακούω τόση ώρα κι εσύ μου μιλάς για εξωγήινους που ελέγχουν τους ανθρώπους και μας έχουν υποτάξ-…"
- "Όχι. Αλλοίμονο… δεν θα σου αποκάλυπτα ένα τέτοιο μυστικό. Κι αυτό, επειδή είσαι τόσο βλάκας… που δεν αξίζεις τέτοια Γνώση. Και μια που είπα 'βλάκας'… γιατί απορρίπτεις την περίπτωση να είναι Γήινοι; Να ζουν ανάμεσά μας. Να έχουμε την ίδια μορφή μα, να μην είναι Άνθρωποι; Γιατί πιστεύεις ότι το Άνθρωπος είναι τόσο σημαντικό, τόσο συμπαντικό που, έχει τη δυνατότητα να σκλαβώνει άλλους ανθρώπους, παρά το γεγονός του ότι, αυτό δε συμβαίνει κάπου αλλού στη Φύση; Γιατί φοβάσαι να παραδεχθείς πως, ο εχθρός σου δεν είναι κάποιος όμοιός σου… μα, κάποιος ανώτερος από εσένα; Γιατί θέλεις πάντα το ευκολάκι… το παραμύθιασμα σχετικά με την αξία τους πραγματικού εχθρού; Γιατί σε τρώει να μου μιλήσεις για Υπηρέτες και Δούλους; Γιατί μπερδεύεις τόσο την Προσωποκράτηση με την Υποταγή;"
- (…)



- "Ξέρω… Νιώθει χαμένος χρόνος. Νιώθεις ότι, ξόδεψες πολύτιμο χρόνο από τη σκλαβιά σου, μέχρι να ξεδιπλώσω τη Σκέψη μου… και στο τέλος… δεν άκουσες και τίποτα της προκοπής. Ε, μια που την ξεδίπλωσα… ξάπλωσε κι ετοιμάσου για τη συνέχεια. Μόνο που…"
- "Μόνο που;"
- "Μόνο που θα πρέπει να είσαι εδώ".
- "Πού είναι το Εδώ;"
- "Εδώ. Μέσα σου. Και θα πρέπει επίσης, να αφήσεις ανοικτή την πόρτα της αμφισβήτησης όλων… κι όχι μόνο των δικών μου λέξεων. Οι λέξεις, έτσι κι αλλιώς, είναι πολύ λίγες για να περιγράψουν καταστάσεις. Πολύ λίγες. Είμαι σίγουρος πως, οι διάφορες Γλώσσες δημιουργήθηκαν προκειμένου να διασπαστεί ο Άνθρωπος κι όχι για να επικοινωνήσει. Σκέψου κάθε άλλο Ζώο στη Φύση… Σου αφήνει έστω και στο ελάχιστο την εντύπωση πως, ένας Εγγλέζικος Σκύλος δε μπορεί να συνεννοηθεί με ένα Γιαπωνέζικο Σκύλο επειδή γαυγίζουν σε… διαφορετικές Γλώσσες; Σκέψου κάθε ένα Ζώο… το πόσο εύκολο του είναι να συνεννοηθεί με κάθε όμοιό του ανεξαρτήτως 'καταγωγής'… Σκέψου πόσο εκπαιδευμένος και πόσο εξημερωμένος είναι ο Άνθρωπος που, ακόμα και η κοινή Γλώσσα, του έχει αφαιρεθεί… ή αν θες, δεν του δόθηκε καν!"
- (…)
- "Θες τον καλύτερο φίλο του Ανθρώπου; Τον έχεις ήδη. Είσαι Εσύ. Και μπορείς να είσαι μόνο Δικός σου φίλος. Μόνο".




…συνεχίζεται




…απόσπασμα από τη συλλογή Σκέψεων του Γρ. Κρέζου, "Ανθρώ-Ποινη Π-ύλη στη Γν-Ώση"