Thursday 12 November 2015

* Αργείς...

Κοίταξε μια τελευταία φορά το κινητό του, πριν μπει για ντους...
Τίποτα.

Ήταν δεν ήταν καμιά ώρα που, είχε στείλει μήνυμα στον Άλλον, αλλά απάντηση καμία.
Ούτε καν αναφορά παράδοσης δεν είχε λάβει.
- "Έχει γούστο...", μονολόγησε και το πέταξε πάνω στο κρεββάτι.
Το κινητό αναπήδησε φυσικά κι έπεσε στο πάτωμα.

Το είχε κόλλημα από το στρατό. Ξέρεις. Αυτό με το στρωμένο κρεββάτι.
Για την ακρίβεια, κόλλημα με το στρωμένο, τσίτα, κρεββάτι που, ό,τι κι αν έριχνες πάνω του, χοροπηδούσε σαν σε τραμπολίνο...
Του είχε γίνει συνήθειο και το έβρισκε απόλυτα φυσιολογικό. Δεν του έπαιρνε και πολλή ώρα άλλωστε. Παρόλο που, κάθε πρωί κουραζόταν και μόνο στην ιδέα...
Όμως, με το που έπιανε τις δυο άκρες των σκεπασμάτων, μέσα σε δευτερόλεπτα, το είχε ήδη στρώσει. Στρατιωτικά...
Περνούσε βέβαια τις φάσεις του και μια στο τόσο, ούτε που έδινε μεγάλη σημασία...
Ακόμα κι όταν τύχαινε να κοιμηθεί σε άλλο σπίτι, ακόμα και σε ξενοδοχείο, το άφηνε πάντα τακτοποιημένο.
Ε, καλά... Τις περισσότερες φορές.

Το κινητό έμεινε στο πάτωμα κι εκείνος μπήκε για ντους.
Άλλη μια απίστευτα υγρή μέρα. Και το περπάτημα από τη δουλειά στο σπίτι, έμοιαζε αγγαρεία. Κι όσο περνούσε ο καιρός, το σκεφτόταν πολύ σοβαρά να προχωρήσει σε μεγάλες αλλαγές. Ριζικές και... Κλαδικές.
Ό,τι κι αν σήμαινε αυτό.

Εδώ που τα λέμε... όταν σκεφτόταν κάτι πολύ σοβαρά, συνήθως δεν έκανε το παραμικρό ή... του έπαιρνε πολύ, πάρα πολύ μέχρι να το πραγματοποιήσει.
'Πραγματοποιήσει' είπα;
'Να το ξεκινήσει καν' ήθελα να πω...

Ήταν από εκείνους που, σε μια στιγμή, μπορούσε να βρεθεί στην άλλη άκρη του πλανήτη, έτσι. Επειδή του το ψιθύρισε ή του το ούρλιαξε η καρδιά του. Σάμπως, πώς είχε βρεθεί εδώ;
Ή εκεί;
Όταν όμως προγραμμάτιζε, ακόμα και το να πάει για τα ψώνια της ημέρας ή της βδομάδας, ήταν ικανός να το αναβάλει επ' άπειρον. Με το ψυγείο του να μένει άδειο για μέρες. Για να μην πω 'βδομάδες' και τον εκθέσω.

Έτσι και με τη δουλειά. Ή το σπίτι που έμενε.
Κάτι δεν του πήγαινε κι έπρεπε να το αλλάξει.
Γιατί βλέπεις... δεν ήταν από εκείνους που διορθώνουν πράγματα, όταν εμπλέκονται Τρίτοι.
Πίστευε πως, ο καθένας οφείλει να ταΐζει τους δικούς του Δαήμονες, μέχρι να καεί ή να τους κάψει και δεν υπήρχε κανείς λόγος να ασχοληθεί με 'ανθρώπους' οι οποίοι δεν ήταν κομμάτι της αποστολής του. Της 'δουλειάς' του, όπως συνήθιζε να λέει.
Απλά, προσπερνούσε, πότε χαλαρά κι αδιάφορα και πότε προκαλώντας μεγάλο κρότο και συνέχιζε την πορεία του.

Κάπως έτσι το έκοβε και τώρα.
Είχε μια αποστολή, την οποία ήθελε να φέρει εις πέρας και δεν υπήρχε περίπτωση να μπει σε διαδικασία εξομάλυνσης της υπάρχουσας κατάστασης.
Αποθέματα υπομονής είχε αρκετά, στο κάτω κάτω.
Άλλο ήταν το θέμα του τώρα.
Και μάλιστα, είχε προκύψει ακριβώς με τον τρόπο που είχαν προβλέψει εδώ και καιρό.
Κι ας έμοιαζε να σκάει από το πουθενά...

Γι αυτό και είχε ανάγκη να του μιλήσει.
Για αυτό και του είχε στείλει μήνυμα φεύγοντας από την εταιρία.
Ήλπιζε πως, θα είχε απάντηση μέχρι να επιστρέψει.
Μόνο που...
Μόνο που, δεν είχε καν λάβει αναφορά παράδοσης.
Δεν ήθελε να τον πάρει τηλέφωνο. Ήταν μια από τις συμφωνίες τους, την οποία σέβονταν κι οι δυο, όσο καμία άλλη.

Κάθε φορά που ο ένας είχε την ανάγκη του άλλου, έστελναν απλά ένα μήνυμα.
Όσο φλέγον κι αν ήταν το ζήτημα που απασχολούσε τον καθένα τους.
Ούτε που θυμόταν ποιος το είχε προτείνει. Ούτε κι είχε σημασία μάλλον.
Απλά, το τηρούσαν.
Λένε πως, η πιο ισχυρή σχέση είναι η αντρική φιλία.
Ίσως και να ήταν έτσι.
Αυτοί οι δυο βέβαια, δεν ήταν κι οι καλύτεροι φίλοι, μα το μόνο σίγουρο ήταν πως, αν πέθαινε ο ένας, θα τον ακολουθούσε κι ο άλλος!
Την ίδια στιγμή.
Και δίχως πολλά πολλά.

Ξέρω. Ακούγεται υπερβολικό...
Όμως, γνωρίζω καλά και τους δυο και η κουβέντα μου αυτή είναι πολύ μετρημένη.

Κρέμασε την πετσέτα του μπάνιου, γκρινιάζοντας...
Φρεσκοπλυμένη, ρε πούστη μου, αλλά είχε τόση υγρασία που, δεν υπήρχε περίπτωση να στεγνώσει, ακόμα κι αν την άπλωνε έξω, μιας και έβρεχε εδώ και ώρα. Στεγνωτήριο, δεν έπαιζε στο μαλακόσπιτο που είχει επιλέξει να μείνει, οπότε, θα την έβαζε ξανά για πλύσιμο το πρωί, μαζί με την υπόλοιπη μπουγάδα που του είχε απομείνει...
Σιχαινόταν τις πετσέτες που έμεναν υγρές...
Αν δεν προλάβαινε να στεγνώσει η μία από ντους σε ντους, βουτούσε άλλη.
Γι αυτό και ξέμενε συχνά. Γι αυτό και υπήρξαν φορές που, είχε σκουπιστεί με κάποιο μπλουζάκι, βγαίνοντας από το μπάνιο...
Γιατί, διάολε, πόσες πετσέτες μπορεί να έχει κάποιος πια;

Γύρισε στο δωμάτιο και μάζεψε το κινητό από το πάτωμα.
- "Ξεκάβλωσες, μαλακισμένο;", φώναξε στο κινητό του, λες κι εκείνο έφταιγε που είχε πέσει στο πάτωμα.

Μήνυμα, φυσικά, δεν είχε έρθει.
Είχε έρθει όμως η αναφορά παράδοσης.
Αν μη τι άλλο, το μήνυμα είχε βρει τον παραλήπτη.
Το μόνο που μπορούσε να κάνει πλέον, ήταν το να περιμένει την απάντησή του.
Ή μια του κλήση.

Τα μάτια του έτσουζαν.
Νύσταζε πολύ.
Τον τελευταίο καιρό, οι ώρες που δούλευε ήταν πολύ ανάποδες για τα δεδομένα του.
Πόσο καιρό είχε να ξεκουραστεί;
Ένα χρόνο; Μια μέρα; Μια βδομάδα;
Ζωές ολόκληρες;

Από τη φωτιά στον πάγο και πάλι πίσω. Ναι. Εντάξει.
Έτσι ήταν. Έτσι είχε γεννηθεί. Έτσι είχε μεγαλώσει. Έτσι πορευόταν ως τώρα.
Μα για πόσο;
Τα χρόνια περνούσαν και σε ετούτη την πίστα που, είχε επιλέξει να γίνει η συνάντησή τους, το μόνο δεδομένο, η μόνη σταθερά, μέσα στην άβυσσο των μεταβλητών που απαρτίζαν την εξίσωσή τους, ήταν η περατότητα του Χρόνου.

'Να ζήσει τα Ανθρώπινα' δεν είχε επιλέξει;
Και μάλιστα, επί λέξη;
Αναμενόμενα όλα, λοιπόν.

Πήρε στα χέρια του το τετράδιο σημειώσεων.
Ταλαιπωρημένο, κιτρινισμένο και με λιγοστές σελίδες να έχουν απομείνει.
Νομίζω πως, ήταν κατοστάφυλλο.
"ΔΙΕΘΝΕΣ" έλεγε στην ετικέττα του...

...μα, φυσικά. Τί άλλο;
 Γι αυτό και είχε γυρίσει τον Κόσμο.
'Αναποδογυρίσει', για να είμαστε κι ακριβείς.

Τη συγκεκριμένη εξίσωση, την πάλευε με μολύβι και χαρτί.
Και δίχως γομολάστιχα. Δε διόρθωνε τα λάθη του.
Απλά, ξεκινούσε από την αρχή, φροντίζοντας να μην τα επαναλάβει.
Κάτι, το οποίο δεν του έβγαινε πάντα.

Αυτή τη φορά, δεν ήθελε να σκίσει τη σελίδα και να ξεκινήσει άλλη.
Ούτε ήταν έτοιμος ούτε πρόθυμος να κάνει κάτι τέτοιο.
Στην τελική, γνώριζε πολύ καλά τί ήταν να κάνει.
Απλά, δε μπορούσε να θυμηθεί ποιο από όλα τα Αξιώματα έπρεπε να χρησιμοποιήσει.

Γι αυτό και είχε ανάγκη τον Άλλο.
Ο Άλλος ήταν πολύ καλύτερος σε Αυτά.
Κι Αυτός ήταν πολύ καλύτερος στα Άλλα.

Κάπου μέσα στο χάσιμο της Σκέψης του, το κινητό του χτύπησε... κι από τη λαχτάρα του να το αρπάξει, το έριξε και πάλι στο πάτωμα.




Ήταν ο Άλλος.
- "Giussepe Peano", του είπε και του το έκλεισε στα μούτρα...




...απόσπασμα από τη ΣυνΛογή κειμένων "Η Επιστροφή", Γρ. Κρέζος 1969 -