Saturday 31 August 2013

* Πρόσκληση σε Δείπνο...



   ...Ούτε που θυμόταν πότε ήταν η τελευταία φορά που, κάποιος συνάδελφος, τον κάλεσε σε δείπνο. Είκοσι; Εικοσιπέντε χρόνια; Ένας μήνας; Χτες; Το αρχείο με τις κοινωνικές υποχρεώσεις είχε καταστραφεί προ πολλού από το σκληρό του δίσκο.
   Από το "Δίσκο του Σκληρού", ήταν το αγαπημένο λογοπαίγνιό του.

   Χα... "Του Σκληρού".

   Μα, αν μπορούσε να χαρακτηριστεί "Σκληρός", ο Βιζιλάνς, θα έπρεπε να διορθωθούν όλα τα λεξικά του κόσμου και να επαναπροσδιορισθεί η έννοια του λήμματος.
   Αλήθεια τώρα... πότε ήταν η τελευταία φορά που τον κάλεσε κάποιος σε δείπνο;
   Η σκέψη τον βασάνιζε μέχρι και τη στιγμή που άπλωσε το χέρι του, να κτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας.

   Όχι, ο Βιζιλάνς δεν ήταν κάνας εσωστρεφής, αντικοινωνικός τύπος. Το αντίθετο. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι, ήταν η ψυχή της παρέας. Κι αυτό, όχι επειδή μιλούσε συνεχώς κι έδινε ρυθμό σε μια συζήτηση, μα επειδή, ενώ παρέμενε για ώρα σιωπηλός, ως τέλειος ακροατής, μια του λέξη ήταν αρκετή, για να γεννήσει ένα νέο θέμα, ικανό να ερεθίσει τους υπολοίπους και να τους κρατήσει ζωντανούς μέχρι την... επόμενή του λέξη.

  Αν δεν ήταν άνθρωπος ο Βιζιλάνς, θα ήτανε Ανάσα...


   ...Στην πόρτα τον υποδέχθηκε ο ίδιος ο κύριος Μανζάμπλ. 
Πρώτη μέρα στο γραφείο χθες κι ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου, τον κάλεσε ήδη σε Δείπνο! Οποία τιμή!
  Μπαίνοντας από την πρώτη κιόλας μέρα στον Κύκλο των Απατημένων Ποιητών, έστω κι ως προσκεκλειμένος, ο Βιζιλάνς  Κρουζ ήξερε πως, έχανε αυτόματα και κάθε ευκαιρία σύναψης φιλικών σχέσεων με τα υπόλοιπα στελέχη της εταιρίας τα οποία, παρά τη μακροχρόνια προσφορά τους στον Όμιλο... δεν είχαν τιμηθεί με μια αντίστοιχη πρόσκληση.

   Ο Κύκλος των Απατημένων Ποιητών ήταν το πρώτο inshight που, του προσφέρθηκε από τον Τεοντώρ. Η πρώτη του κουβέντα μετά το καλωσόρισμα στον 30ο όροφο της La Porte Chaude.

- "Καλώς ορίσατε στην ομάδα μας κύριε Κρουζ. Βιζιλάνς Κρούζ. Σωστά;"
- "Μπορείτε να με λέτε απλά, Λανς κύριε Σαφίρ."
- "Ευχαριστώ, Λανς. Κι εσείς μπορείτε να με λέτε Τεοντώρ. Απλά, Τεοντώρ. Σας καλωσορίζω και σας κάνω γνωστό πως, κατά μεγάλο βαθμό, η ένταξη κι η πορεία σας στην ομάδα μας, θα εξαρτηθεί από την απόσταση που, θα τηρήσετε από τον Κύκλο των Απατημένων Ποιητών", ήταν οι ακριβείς λέξεις που χρησιμοποίησε ο Τεοντώρ.

   "Δίαολε...", σκέφτηκε ο Βιζιλάνς, "είναι αυτές λέξεις για καλωσόρισμα; Είναι κάποια φάρσα, εθιμοτυπική; Κάποιο Βάπτισμα σε κάθε νέο μέλος; Είναι λέξεις αυτές;"
   
   Λέξεις που, όσο ακατανόητες, απειλητικές, αγενείς κι αδιάφορες ακούστηκαν στις εννέα και πέντε το πρωί, τόσο κι ακόμα περισσότερο σημαντικές αντηχούσαν στα αυτιά του Βιζιλάνς λίγο πριν σχολάσει. Την ίδια κιόλας ημέρα.
   Αν βέβαια... αν είχε ακολουθήσει τη συμβουλή του κυρίου Τεοντώρ.
   Αν...


    Ο μύθος που κυκλοφορούσε και στους 30 ορόφους της La Porte Chaude, ήθελε όλα τα υψηλόβαθμα στελέχη να μοιράζονται ένα κοινό χαρακτηριστικό. Το να είσαι υψηλό στέλεχος σε έναν τέτοιο κολοσσό, είχε το αντίστοιχο τίμημα πέρα από τις όποιες απολαβές. Ανύπαρκτος προσωπικός χρόνος. Ανύπαρκτη οικογενειακή ζωή. Ανύπαρκτη συζυγική ζωή, αν μη τι άλλο.
   Και... σε μια πόλη όπως αυτή, οι παγωμένες νύκτες του χειμώνα, μπορούν να αποδειχθούν τόσο μοναχικές όσο κι οι καυτές νύκτες του καλοκαιριού, για τις κυρίες των κυρίων Στελεχών.
   Λέγονταν πολλά. Καταλαβαίνεις.

   Και να λοιπόν. Παρά την αμεσότητα και μάλιστα σε βαθμό αγενείας, με την οποία προειδοποίησε ο Τεοντώρ τον Βιζιλάνς, εκείνος βρισκόταν αυτήν τη στιγμή, μόλις μια ημέρα μετά, μπροστά στην είσοδο της οικίας του κυρίου Μανζάμπλ. 

- "Καλώς ήρθατε κύριε Κρουζ! Παρακαλώ, περάστε. Θεωρώ τιμή μου την αποδοχή της προσκλήσεώς μου από μέρους σας", είπε ο Μανζάμπλ με μια φωνή γεμάτη παγερή ειλικρίνεια.
- "Ε, ευχαριστώ. Ευχαριστώ πολύ κύριε Μανζάμπλ. Κάθε άλλο. Θεωρώ την τιμή δική μου", αποκρίθηκε ο Βιζιλάνς κι ακολούθησε την κίνηση του χεριού του Σεμίλ Μανζάμπλ που, τον οδήγησε στο διπλανό χώρο υποδοχής στον οποίο, βρίσκονταν ήδη κι οι υπόλοιποι προσκεκλημένοι.
   Το τελευταίο πράγμα που περίμενε πριν μερικά δευτερόλεπτα ο Βιζιλάνς, ήταν το να τον υποδεχθεί στην είσοδο, ο ίδιος ο Σεμίλ Μανζάμπλ.

    Βλέπεις...


  Είναι κάποιες φορές που, το Σύμπαν, αυτό το ίδο Σύμπαν το οποίο μάχεσαι να εξερευνήσεις... όχι απλά σε δέχεται σαν ισάξιο μέλος του... όχι απλά  σου αποκαλύπτει κάθε φυλαγμένο μυστικό... όχι απλά σε κάνει ένα με αυτό... αλλά μάχεται να σε διαλύσει σε άπειρα κομμάτια και να σε μοιράσει απ' άκρη σ' άκρη του, στο πιο ξεχασμένο του, από το Φως, σημείο... ώστε ποτέ, ποτέ ξανά μην τύχει και βρεθείς.

Εσύ.
Ως Ένας.
Ο ίδιος εκείνος Ένας που υπήρξες, κάποτε, σ' ετούτη εδώ τη Γη.
















...απόσπασμα από το βιβλίο του Hermes Quant, "invitation à dîner", Εκδόσεις LE MALE, 2013
















Monday 26 August 2013

* Εγώ; Βάζω την Άβυσσο... (2)


- Hey! Να που ξανασυναντιόμαστε! Πώς πας; Με θυμάσαι;
- ...
- Έλα ρε, ο Φοίβος είμαι! Ειλικρινά τώρα... δε με θυμάσαι;
- ...
- Έρχομαι σχεδόν κάθε μέρα εδώ. Ελπίζοντας πως θα σε ξαναδώ. Είχα αρχίσει να χάνω κάθε ελπίδα μα, να 'σαι πάλι!
- Φύγε!
- Έ;
- Είπα, φύγε! ΤΩΡΑ!
- Δε μου λες... Πας καλά κοπελιά;
- Φύγε. Τώρα! Δυο λέξεις. Δυο λέξεις είναι, διάολε... ΔΥΟ! Ποια από τις δυο δεν καταλαβαίνεις;
- Κοίτα να δεις... μπορεί την προηγούμενη φορά να σου επέτρεψα το υφάκι... αλλά δεν ήταν από φόβο. Εντάξει; Ήθελα και στο επέτρεψα.
- ΦΥΓΕ σου λέω! ΦΥΓΕ!
- Χαλάρωσε. Αν δε γουστάρεις κάτι... αν σε χαλάει κάτι, κάνε την εσύ. Ήρθα και θα μείνω.
- Φύγε Φοίβο! Φύγε σου λέω!
- Πρώτον... και μαχαίρι να κρατάς κοπελιά... δε με λένε Στέλλα. Δεν το κουνάω από εδώ.
Και Δεύτερον, πώς το έπαθες και με αποκάλεσες με το όνομά μου;
- ...
- Έχει περάσει η ώρα... δε θα πίνεται άλλο ο καφές σου. Να κεράσω ποτάκι;
- Μόλις ήρθα. Εκτός αυτού, περι...
- Ναι... ξέρω. Περιμένεις παρέα. Μόνο που η παρέα σου δε θα έρθει απόψε.
- Χα... και που το ξέρεις;
- Ξέρω κι άλλα. Δυο πακέτα τσιγάρα στο τραπέζι. Το ένα πάνω στο άλλο. Έντεκα γόπες καπνισμένες μέχρι το φίλτρο, στο σταχτοδοχείο... Είσαι σίγουρη πως ήρθες μόλις τώρα;
- Ξέρεις κι άλλα έξυπνα να πεις;
- Ναι. Το κραγιόν στις γόπες είναι ίδιο με αυτό που φοράς... Με ό,τι έχει μείνει στα χείλη σου τέλος πάντων.
- Άει στο...
- Ώ, θα πάω... αργότερα όμως. Πώς σε λένε τελικά;
- Στρίβε. 
- Άσε να μαντέψω... Λυδία. Κι όμως, θα έπαιρνα όρκο πως σε λένε Δειλία.
- Πώς διάολε; Πώς; Πώς το κάνεις αυτό; Με παρακολουθείς;
- Ωραία αλυσίδα φοράς. Δειλία... 
- Λυδία με λένε... Κοίτα, μην αρχίσεις το ίδιο κόλπο με το δικό μου. Δε λέει... Πάλιωσε...
- Κι όμως, στην αλυσίδα, γράφει Δειλία
- Λυδία γράφει και το ξέρεις.
- Κι όμως... τα πάντα πάνω σου φωνάζουν, Δειλία.
- Τί θες Φοίβο; Δεν το βλέπεις πως είμαι αλλού; Έρχεσαι από το πουθενά, πρώτα την επετείς και τώρα απαιτείς την αποδοχή, δεν προσφέρεις το παραμικρό, πέρα από φτηνιάρικες ατάκες και έχεις το θράσσος να ζητάς, τί; Τί διάολε; Τί θες από εμένα; Φύγε! Φύγε σου λέω! ΤΩΡΑ!
- Άκου, Δειλ...
- ΛΥΔΙΑ!
-...λία. Ξέρεις πως, όσο και να φωνάξεις, δεν πρόκειται ούτε να σε φοβηθώ ούτε να σε ακούσει και κάποιος άλλος. Όπως ξέρεις πως και να σε ακούσει, δε πρόκειται να σε "βοηθήσει" να με ξεφορτωθείς...
   Γιατί αυτοί που ακούνε... ακούνε επειδή είναι συντονισμένοι. Κι όσοι είναι συντονισμένοι, ξέρουν. Ξέρουν τί πρέπει να κάνουν. Κι αυτό που πρέπει να κάνουν είναι να κοιτάξουν τη δουλειά τουςΔειλία...
- Σκάσε! ΣΚΑΣΕ ΠΙΑ! Φύγε!
- Α, παπα... Τόση λύσσα; Μήπως με φοβάσαι; Μήπως με φοβάσαι κοπελιά; Μήπως, όλο αυτό το υφάκι στην πρώτη μας συνάντηση ήταν επειδή φοβόσουν ότι θα υπάρξει δεύτερη;
   Μα, δε νομίζω... Αν φοβόσουν κάτι τέτοιο, δε θα ξαναρχόσουν εδώ... Και ξέρω... πως σήμερα, ήρθες με την ελπίδα να με βρεις. Έτσι δεν είναι;
- ...
- Ω, ναι... Έτσι ακριβώς είναι! Και τώρα που ξανασυναντιόμαστε, με διώχνεις;
Τί και ποιον ακριβώς διώχνεις Δειλία; Αφού με αναζητάς. Για ποιο λόγο με διώχνεις;
- Με πονάς. Με πονάς Φοίβο! Άφησέ με ήσυχη. Άφησέ με!
Δειλία, από την πρώτη κι όλας στιγμή, σου είπα ποιος είμαι και τί θέλω. Ήμουν ξεκάθαρος απέναντί σου. Καθαρός σαν Κρύσταλλο!
- ...
- Ώ θεοί! Αυτό είναι! Ήμουν καθαρός σαν κρύσταλλο! Αυτό φοβάσαι! Είδες την αντανάκλαση της μορφής σου πάνω μου! Γι αυτό με διώχνεις την ίδια στιγμή που με ζητάς!
Γι αυτό!
- Πάψε! Φύγε! Σε μισώ! ΣΕ ΜΙΣΩ!
- Χαχαχα... Μα το ΔΙΑ... αρχίζω να το ΔΙΑσκεδάΖΩ!
- ...
- Κουτό παιδί! Μα, τί νόμιζες; Δεν θα καταλάβαινα; Δεν είσαι δα και τόσο καλή όσο θέλεις να δείχνεις. Ούτε και τόσο καλή όσο σου επιτρέπω να δείχνεις. Ξέρεις... όσο περνά η ώρα σκέφτομαι να άρω την απόφασή μου να σου δώσω κι άλλη ευκαιρία. Την προηγούμενη φορά, μου είχες πει ότι το Λίγο σου Κοστίζει.
   Τελικά... είχες δίκιο! Το Λίγο σου κοστίζει όντως πολύ...
...πολύ περισσότερο από όσο πραγματικά αξίζει!
- ...
- Έλα... έλα. Άσε το δάκρυ σου να κυλήσει. Άσε το να γίνει χείμαρος να καθαρίσει την ψυχή. Ίσως να καθαρίσει και την εικόνα. Δεν είναι κακό ούτε και ντροπή να χάνεις μια μάχη.    Εσύ το λες Άβυσσο και θες να βουτήξεις μέσα της βαθειά. Να τη γνωρίσεις. Να μάθεις. Να βρείς και να ρουφήξεις όλα τα χρώματα μέσα από το Μαύρο.
   Εγώ το λέω Πόλεμο. Να δίνω Μάχες σώμα με σώμα. Να δίνω στον εχθρό μορφή που να μου μοιάζει. Και να τον πολεμάω με όλη μου τη δύναμη. Να με πολεμάω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου! Μέχρι να με νικήσω. Ή να με νικηθώ...
- ...
- Ξέρεις, Δειλία; Παίρνοντας όλα τα χρώματα από το Μαύρο του Βυθού σου... και κάνοντάς τα δικά σου... συνειδητοποιείς τί συνεπάγεται, ε; Όταν ντυθείς όλα τα χρώματα που βρήκες εκεί κάτω, Μαύρη θα γίνεις πια ΕΣΥ! Λευκή, θα 'ναι η Ψυχή σου.
Δε δείχνεις να 'σαι έτοιμη να κάνεις κάτι τέτοιο.
- Πάψε. Πάψε Φοίβο... να χαρείς! Σε ικετεύω! Πάψε!
- Να υποθέσω πως το "Πάψε" είναι καλύτερο από το "Φύγε", ε;
Τώρα το αντέχεις να είμαι εδώ... φτάνει να μη μιλάω;
- Μη Φύγεις! Δε θέλω να φύγεις! Σε έχω ανάγκη Φοίβο! Σε έχω ανάγκη!
Δειλία, την προηγούμενη φορά, με είχες ρωτήσει τί βάζω... θυμάσαι;
Μου είπες πως, εσύ βάζεις την Άβυσσο... τί έχω εγώ να βάλω...
   Εγώ βάζω τον Πόλεμο. Είναι αρκετός; Σου φτάνει;
Πόλεμο με τους Δαίμονες. Τους Μέσα και τους Έξω. Τους Πάνω και τους Κάτω. Μάχη Σώμα με Σώμα, αντικρυστά. Να σκίζονται οι σάρκες. Να τρέχει το αίμα, να κυλά, να βάφεται το χώμα. Κραυγές ωσάν τον άνεμο να σπέρνουνε τον τρόμο, σε όποιον τολμά να αντισταθεί μπρος στο δικό μου νόμο.
Αν το 'χεις, ακολούθησε. Αν πάλι όχι, πες το.
   
   
Μόνο, Δειλία, μη με κατηγορείς. Γιατί, είμαστε το ίδιο.
  Απλά, σύ ψάχνεις Μαύρο στο βυθό κι εγώ Μέσα στον Ήλιο.




...απόσπασμα από τη ζωή της Θεοδώρας Ζαφειρίου, "Εγώ; Βάζω την Άβυσσο...", Εκδόσεις ΒΥΘΟΣ, 2013

Wednesday 7 August 2013

* Οι πέντε Αισθήσεις... ή Ψευδαισθήσεις;

- "Τί κοιτάς ρε;", με ρώτησε...
Τί να του πω; Μήπως θα καταλάβαινε; Και να καταλάβαινε, θα το πίστευε;
Του απάντησα λοιπόν, "Μην αγχώνεσαι... και που κοιτώ, δε βλέπω εσένα".
Από την ταχύτητα όμως που, η σφιγμένη του γροθιά, πέρασε χιλιοστά από τη μύτη μου... εκτιμώ πως... είχε αγχωθεί τελικά...
Απλά και μόνο, επειδή τον κοιτούσαΚι ας μην τον έβλεπα


Αλήθεια... τί ζόρι τραβάνε οι άνθρωποι όταν νιώθουν πως τους κοιτάζεις;
Μήπως φοβούνται ότι, τους Βλέπεις κιόλας;

Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβει, να χωνέψει κάποιος πως... αυτό που βλέπουμε είναι ακριβώς αυτό που δεν είναι;
Μάλλον δύσκολο...





   Εϊναι γεγονός πως η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύει ότι, το Μαύρο και το Άσπρο είναι Χρώματα. Κάποιοι μάλιστα, θεωρούν ένα από τα δυο, ως το αγαπημένο τους... χρώμα.

   Κάποια στιγμή, στα Καλλιτεχνικά, στο Γυμνάσιο, είχαμε μάθει πως το Άσπρο και το Μαύρο ΔΕΝ είναι χρώματα. Αργότερα, στη Φυσική, ήρθε να επιβεβαιωθεί.

   Να το πιάσω λίγο όμως από την Αρχή... να συννενοηθούμε σχετικά με το πόσο λανθασμένα λειτουργεί η αντίληψη μας σχετικά με τα μηνύματα που στέλνουν οι, έτσι κι αλλιώς περιορισμένης εμβέλειας, αισθήσεις μας.


   Τα πάντα γύρω μας είναι παλλόμενα "σωματίδια" τα οποία απέχουν τρομερές αποστάσεις μεταξύ τους. Ακόμα κι εμείς οι ίδιοι. Αν μπορούσε κανείς να κοιτάξει σε υποατομικό "βάθος", θα "έβλεπε" μια "σούπα" από παλλόμενα "σωματίδια".

   . Σίγουρα, αν δεν έχεις ασχοληθεί αρκετά, είναι δύσκολο να κατανοήσεις πως, λέγοντας Σωματίδιο, δεν εννοούμε απαραίτητα κάτι το οποίο έχει όγκο, μάζα, φορτίο.
   . Σίγουρα, αν δεν έχεις ασχοληθεί αρκετά, δε μπορείς να κατανοήσεις πως, ο όρος Συμπαγές, είναι παραπλανητικός διότι, δεν υπάρχει το παραμικρό Συμπαγές στο γνωστό μας Κόσμο.
   . Σίγουρα, αν δεν έχεις ασχοληθεί αρκετά, είναι αδιανόητο να φανταστείς πως, το ίδιο σου το δέρμα, το σώμα, τα κόκκαλα, ακόμα και το αίμα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μικρά σωματίδια ενέργειας που πάλλονται σαν τρελά... απέχουν μεταξύ τους κι ουδέποτε έρχονται σε επαφή!
   . Σίγουρα, αν δεν έχεις ασχοληθεί αρκετά, είναι αδύνατο να αντιληφθείς το γεγονός του ότι, ο όρος ΕΠΑΦΗ, είναι κι αυτός πλασματικός...

   Αυτό που νιώθουμε ως ΑΦΗ, δεν είναι το άγγιγμα μιας επιφάνειας. Δεν είναι δυνατόν να αγγίξεις μια επιφάνεια.
   Αυτή η αίσθηση όταν "ακουμπάς" κάτι, είναι αποτέλεσμα της απώθησης των σωματιδίων του δέρματός σου από τα σωματίδια της επιφάνειας που νομίζεις ότι ακουμπάς.
    Ακόμα και το νερό, που θεωρείς πως αγγίζει το δέρμα σου...
   Αυτό που στην ουσία νιώθεις, είναι η διαφορά θερμοκρασίας των σωματιδίων που αποτελλούν την επιδερμίδα σου, με τη θερμοκρασία των σωματιδίων που αποτελλούν το νερό κι η μεταξύ τους δύναμη απώθησης...
    Και το ότι αυτό κυλά στο κορμί σου, είναι αποτέλεσμα της βαρυτικής έλξης που, το οδηγεί προς τα κάτω... στη Γη.


Απώθηση; Και γιατί απώθηση;




Και καλά, τί είναι χρώμα τελικά;
Τί σημαίνει Βλέπω κάτι;
Τι είναι τα Σχήματα, οι Επιφάνειες, τα Αντικείμενα που βλέπουμε;
Εντάξει, το κατάλαβα πως, στην πραγματικότητα, δε μπορώ να αγγίξω το παραμικρό... αλλά, όλα αυτά που βλέπω, τί είναι; Πώς έχουν τόσα διαφορετικά χρώματα; Πώς ξεχωρίζω σχήματα;

   Όλα αυτά που βλέπουμε, είναι ακριβώς όσα επιτρέπει η συνεργασία της Όρασης με την Αντίληψή μας.

   Είναι η αλληλεπίδραση σωματιδίων φωτός, με τα σωματίδια που υπάρχουν στο χώρο και είναι μαζεμένα σχηματίζοντας Αντικείμενα... μα και Υποκείμενα...




   Η αντίληψή μας, ομαδοποιεί εκείνες τις ομάδες σωματιδίων που έχουν κοινές ιδιότητες και χρώμα και συμφωνούμε να τις ονομάζουμε, γενικότερα, ΕΠΙΦΑΝΕΙΕΣ...

   Όλα αυτά που, η Αίσθηση ΟΡΑΣΗ αντιλαμβάνεται, είναι αποτέλεσμα διαφορετικής απορρόφησης/αντανάκλασης του Φωτός από κάθε τι που υπάρχει στο οπτικό μας πεδίο. Κι όσο μεγαλώνουμε, αντιλαμβανόμαστε, εμπειρικά πλέον και την έννοια της Απόστασης κι έτσι ξεχωρίζουμε Σχήματα... αντιλαμβανόμαστε τις 3 τουλάχιστον, διαστάσεις στις οποίες ζούμε.


   Κι αφού τα λύσαμε όλα γύρω κι από το τί βλέπουμε, πάμε λίγο πίσω στο Χρώμα...

   Το Φως, το Ηλιακό Φως, το "λευκό" φως... περιέχει όλα τα χρώματα...
   Και μιας και το φως είναι κύμα και το κύμα έχει συχνότητα... το φως, έχει ένα εύρος συχνοτήτων... από το οποίο εύρος, το ορατό σε εμάς τμήμα, αν και μηδαμινό, εμπεριέχει υπέροχα χρώματα με τις ενδιάμεσες αποχρώσεις τους.

   Όπως φαίνεται και στο προηγούμενο video, Χρώμα μιας επιφάνειας ορίζουμε τις συχνότητες εκείνες που, η επιφάνεια ΑΝΤΑΝΑΚΛΑ, αφού απορροφήσει όλες τις υπόλοιπες.

    Κάθε επιφάνεια λοιπόν, λειτουργεί ως φίλτρο...
   Κι από αυτό, συμπεραίνει κανείς πως, Ένα Κόκκινο Μήλο... στην ουσία, ΜΟΝΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ... εφόσον, αυτό το χρώμα που βλέπουμε είναι εκείνο το οποίο ΔΕΝ απορροφήθηκε από το μήλο... Το κόκκινο το βλέπουμε επειδή ΔΕΝ περιέχεται στο μήλο.

   Με λίγα λόγια δηλαδή, έχουμε συμφωνήσει (κι ας μην μας το έχουν πει) πως, σαν χρώμα μιας επιφάνειας ορίζουμε το χρώμα που η εν λόγω επιφάνεια ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ... κι όχι όλα τα υπόλοιπα ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ...

   Μας κάθεται πιο απλό έτσι...

    Για παράδειγμα, ένα κίτρινο χαλί...
   Σημαίνει πως η επιφάνεια του χαλιού απορρόφησε, όλα τα χρώματα ΕΚΤΟΣ από το κίτρινο.
Και μας έρχεται πιο εύκολο, να ονομάσουμε αυτό που ΔΕΝ περιέχεται στο χαλί... παρά όλα τα υπόλοιπα που περιέχονται...
   Γιατί, αν λέγαμε τα πράγματα με το όνομά τους, θα καταλήγαμε σε ονομασίες γλωσσοδέτες (κυρία Μιραράκη μου με τα κεραμιδοκανελοσοκοραλλοκόκκινα)...


   Κοίτα όμως που, αυτήν ακριβώς την παρατυπία, δεν μας την εξηγούν...
Με αποτέλεσμα, να δημιουργούνται λανθασμένοι συνειρμοί, οι οποίοι μας απομακρύνουν εντελώς από την πραγματικότητα...
Εσκεμμένα; Από κεκτημένη ταχύτητα; Από αδιαφορία;
Ποιος ξέρει...


   Κι αφού τα λύσαμε όλα γύρω ΚΑΙ από το τί είναι χρώμα... και κατανοήσαμε πως, το χρώμα που αποδίδουμε σε μια επιφάνεια είναι το χρώμα που η επιφάνεια ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ κι όχι το χρώμα που ΕΙΝΑΙ, ας κάνουμε ένα zoom στο Άσπρο και στο Μαύρο...

    
   Το Άσπρο και το Μαύρο ΔΕΝ είναι χρώματα...
   Κι αυτό γιατί, Το Άσπρο είναι η Ολική Αντανάκλαση του Φωτός και το Μαύρο η Ολική Απορρόφηση του Φωτός.



   Μια επιφάνεια που βλέπουμε Άσπρη, είναι άσπρη επειδή αντανακλά ΟΛΑ τα χρώματα του φωτός... με αποτέλεσμα, να μην τη διαπερνά η παραμικρή συχνότητα. Να μην απορροφά οποιαδήποτε συχνότητα φωτός.
Μια επιφάνεια που βλέπουμε Μαύρη, είναι μαύρη επειδή απορροφά ΟΛΑ τα χρώματα του φωτός... με αποτέλεσμα να μην ξεφεύγει η παραμικρή συχνότητα. Να μην αντανακλάται οποιαδήποτε συχνότητα φωτός. Tίποτα. Σκοτάδι. Μαύρο.

   Το Λευκό, θα μπορούσε κανείς να το πει και... Κενό. Δίχως φως. Δίχως πληροφορία.
Ναι, το Λευκό, όποια φωτεινή πληροφορία έρχεται απ' έξω την ξαναστέλνει μεν προς τα έξω... αλλά αυτό καθεαυτό... δεν έχει "χρώμα". 


   Το Μαύρο πάλι, θα μπορούσε κανείς να το πει και... Παντογνώστη.
Κάθε πληροφορία που έρχεται απ' έξω, την παγιδεύει. Την κρατά και δεν επιτρέπει  σε κάποιον να την αποκτήσει, εκτός κι αν βουτήξει μέσα του.

   Λευκοί Άγγελοι. Λευκό Φως πριν το θάνατο. Λευκό της αγνότητας.
Πίστευε και μη ερεύνα...
Δέξου, έλα στο λευκό, γίνε ένα με αυτό και δε χρειάζεται να γνωρίζεις. Δε χρειάζεται να μάθεις. 

   Μαύρη Μαγεία. Σκοτεινές στοές. Σκοταδιστές. Μαύρο του θανάτου.
Πίστευε και μη. Ερεύνα.
Έλα στο Μαύρο, γίνε ένα με αυτό, ψάξε και θα βρεις τα πάντα. Όλο το Φως, όλα τα χρώματά του μέσα σε αυτό. Όλη η Γνώση. Όλες οι συχνότητες με κάθε λεπτομέρεια. Μάθε τα πάντα για το ποιος είσαι και το πού ανήκεις. Μάθε το γιατί.

-   Μήπως τελικά, εσκεμμένα μας έμαθαν να χαρακτηρίζουμε κάποιον από το χρώμα που ΔΕΝ έχει κι όχι από όλα τα υπόλοιπα που έχει;
-   Μήπως επιτέλους, για να έχουμε άποψη για κάποιον, να πρέπει να βουτήξουμε στα σκοτάδια της Ψυχής του και να μην περιοριζόμαστε σε αυτό που βλέπουμε;
-   Μήπως τελικά, λειτουργώντας αφαιρετικά... μπορούμε να αναγνωρίσουμε την ουσία σε μια κατάσταση, αφήνοντας στην άκρη το ορατό;

-   Μήπως δεν είναι τυχαίο που, έχει τόσο κατατρεχτεί κι αφοριστεί κάθε τι Μαύρο;
-   Μηπως επειδή εκεί ακριβώς βρίσκεται ΟΛΗ η Γνώση;
-   Μήπως τελικά, το Λευκό δημιουργήθηκε όχι για να δείξει το δρόμο αλλά για να Θαμπώσει;
-   Μήπως τελικά, δεν είναι απλή σύμπτωση που η Άβυσσος είναι Μαύρη και μόνο για Λίγους;
-   Μήπως δεν είναι τυχαίο που κάθε τί που καίγεται στη Φωτιά... γίνεται Μαύρο;
-   Μήπως τελικά, τη Γνώση την αποκτάς μόνο αφότου Καείς;



...είπα κι εγώ!
Σιγά μην κατέληγα σε απαντήσεις κι απόψε.







* Σκέψου λέει, να Του κάνει παράπονα...

...κι Εκείνος να της Κάνει τη Χάρη!


    Κάποια στιγμή, τον άκουσα που μιλούσε για Καθημερινούς ανθρώπους και για Εκλεκτούς...
     Η πρώτη σκέψη που μου πέρασε ήταν, "Μα τί αλαζόνας άνθρωπος... είναι δυνατόν να λέει τέτοια πράγματα;"

     Η πρώτη σκέψη κράτησε λιγότερο από 5 δευτερόλεπτα. Και ήρθε η δεύτερη... σαν τσουνάμι.
  Και η απάντησή μου, στο σχόλιό του, μόνο υπερθεματισμός μπορεί να χαρακτηριστεί...
Σαν να καθάρισε μπροστά μου το τοπίο. Μου φάνηκε απόλυτα λογικό. Αναμενόμενο και σύμφωνο με κάθε Φυσική Διεργασία, Ακολουθία... πες το όπως θες.

     - "...κι αυτό επειδή ο Άνθρωπος είναι ελαττωματική κατασκευή. Ή μάλλον, είναι τόσο ελαττωματική, όσο χρειάζεται ώστε κάποιοι να την κάνουν όχημα και να τη διαχειρίζονται. Κάποιες φορές, σκέφτομαι πως τελικά, αυτός ο Κόσμος υπάρχει ώστε κάποιοι άλλοι, ίσως κι εμείς μαζί, να περνούν ένα είδος εκπαίδευσης, πριν από την επόμενη πίστα. Κάπου Αλλού. Ίσως, να μην έπρεπε να σκάμε για τους Αναλώσιμους, τους Καθημερινούς ανθρώπους... Παίζει και να κατασκευάζονται μόνο και μόνο για να υπάρχει κάτι, πάνω στο οποίο θα πατήσουν οι Εκλεκτοί. Κάποια μοντέλα δηλαδή, παίζει και να μην παίρνουν upgrade...", ήταν η απάντησή μου.

     Όσες φορές κι αν ξαναδιάβασα τα λόγια μου αυτά, δε διαφώνησα έστω και μια φορά.
Κι αυτό επειδή, το βλέπω να συμφωνεί απόλυτα με τον τρόπο που λειτουργεί κάθε τι στη Φύση.
Επίγειο, Υποθαλάσσιο, Εναέριο και... Διαστημικό. Και προπάντων, Υπερδιαστημικό.

     Και κάπου εκεί, σκούντησα καταλάθος το "τουβλάκι"... και το ντόμινο των σκέψεων ξεκίνησε...



Γεώμηλον - Άνθρωπος 2-0... σημειώσατε (1)  
(Θωμά; Κάνε κλικ στο link...)

Με 46 χρωμοσώματα, 44 περισσότερα από ένα θυληκό μυρμήγκι...
Με 46 χρωμοσώματα, 42 λιγότερα από ένα σκαντζόχοιρο...
Με 46 χρωμοσώματα, δυο λιγότερα από μια πατάτα... ο Άνθρωπος είναι αυτός που είναι...

     Παίζει λοιπόν και να είναι Κατασκευαστικό το θέμα...

     Κι όπως υπάρχουν Πλανήτες "νεκροί" που, απλά περιστρέφονται γύρω από το Άστρο τους, σε ένα σύστημα... έτσι υπάρχουν κι Άνθρωποι "νεκροί" που, απλά περιστρέφονται γύρω από πρόσωπα και καταστάσεις, γύρω από Συντάγματα και Νόμους που τους "επιβάλλουν" να ακολουθούν συγκεκριμένο τρόπο "Ζωής"...

     Κι όπως υπάρχουν Κομήτες που , η Τροχιά κι η Ταχύτητά τους είναι ασύλληπτα μεγάλες, έτσι υπάρχουν κι Άνθρωποι Περαστικοί που εμφανίζονται κάθε... εκατό χρόνια και κάνουν τη διαφορά...

     Κι όπως υπάρχουν Αστεροειδείς και Μετεωρίτες κι άλλα ξέμπαρκα σώματα... που παρασύρονται και πέφτουν πάνω σε Πλανήτες, προκαλώντας τρομερές ζημιές... έτσι υπάρχουν κι Άνθρωποι Ωλέθριοι που εμφανίζονται κάθε τόσο και καταστρέφουν ό,τι βρουν στο πέρασμά τους...

     Κι αφού μέχρι και σήμερα, δεν ήρθε κάποιος να μου πει, με 101% σιγουριά κι αποδείξεις, το πώς βρέθηκε ο Άνθρωπος στη Γη... αλλά και το ΓΙΑΤΙ... ρίχνω τα "τουβλάκια" του ντόμινο, σνιφάρω το Vicks Inhaler μου και χτίζω τις δικές μου θεωρίες που μου λύνουν όλες, μα όλες τις εξισώσεις.

Ο Κόσμος μας είναι υπέροχος!
Είναι αυτός ακριβώς που έπρεπε και πρέπει να είναι...

   Σκέψου λέει... η Γη να ήταν ζωντανή... και να έκανε παράπονα στον κατασκευαστή, που την έκανε Πλανήτη αντί για Άστρο... και
    Σκέψου λέει, να ζήλευε τον Ήλιο που είναι Φωτιά κι είναι υποχρεωμένη να περιστρέφεται γύρω του, όπως αυτός ορίζει και να εξαρτάται από το δικό του Φως... και
     Σκέψου λέει, ο Δημιουργός, να της έκανε τη χάρη...
     Αύριο κιόλας...
     Να την έκανε Άστρο Πύρινο, Φωτεινό...


...χαρά οι Άνθρωποι, ε;

     Γι αυτό σου λέω...
     Κάποια πράγματα, ίσως ισχύουν επειδή, έτσι ακριβώς πρέπει να ισχύουν ώστε να κινείται αυτός ο Κόσμος και να μη διαλύεται το Σύμπαν...

Οι Ικανότεροι, θα την βρουν την άκρη τους...
Και μόνο αυτοί.


     Αν θες να είσαι Ήλιος, αν θες να έχεις και να εκπέμπεις Φως... να ξέρεις πως θα πρέπει να ζήσεις με τη Φωτιά...
Θα πρέπει να ζήσεις μες στη Φωτιά.





Saturday 3 August 2013

* Εγώ; Βάζω την Άβυσσο...

- Γειά! Μπορώ να κάτσω;
- Περιμένω παρέα.
- Έ, μέχρι να έρθει η παρέα.
- Δεν προλαβαίνεις. Θα έρθει σε Λίγο.
- Αυτό το λίγο, μου αρκεί.
- Κοστίζει το Λίγο μου...
- Πόσο;
- Δυο περιουσίες... κι άλλη μια.
- Χαχαα! Καλό! Το ξέρω αυτό το τραγούδι.
- Το Ξέρεις;
- Ναι.
- Σε ποιον το έχεις τραγουδήσει;
- Τί εννοείς "τραγουδήσει"; Σε κανέναν!
- Πώς λες τότε ότι, το Ξέρεις;
- Το έχω ακούσει εννοώ. Πολλές φορές.
- Κι εμπιστεύεσαι ό,τι ακούς ώστε να λες πως, το Ξέρεις;

- Μυστήρια είσαι... Να κάτσω;
- Δεν θέλω πολλά πολλά  με Αγνώστους.
- Έχεις δίκιο... Με λένε Φοίβο...
- Χα! Πρώτον... το γιώτα, τί το θες; Και δεύτερον... θα μου έκανε κλικ αν σε λέγαν Έφηβο...  ή Άφοβο, έστω.
- Ώχου! Εσένα πώς σε λένε;
- Δεν έχεις κερδίσει ακόμα το δικαίωμα να μάθεις.
- Ά, δεν είσαι δίκαιη! Εγώ...
- ...και μόλις το'χασες!

- Τελικά, να κάτσω;
- Παραμένεις Άγνωστος...
- Μα...
- Μισό! Πάψε! Πάψε πια!
Κοίτα γύρω σου... Πόσοι από αυτούς σε Ξέρουν;
- ...
- Πόσοι;
- ...κανείς. Μόνο εσύ.
- Δεν σε ξέρω Φοίβε. Μόνο το όνομά σου ξέρω κι αυτό επειδή το λες εσύ. Δεν είδα δα και καμιά ταυτότητα...
- Να στη δείξω άμα δεν με πιστεύεις...
- Εσύ την έφτιαξες;
- Μυστήρια είσαι! Όχι βέβαια! Μου την έδωσαν! Επίσημη! Νόμιμη!
- Σου την έδωσαν; Άλλοι; Κι εσύ την δέχτηκες; Την υιοθέτησες...
- Τί εννοείς; Πού το πας;
- Φόβο σε λένε. Το γιώτα τί το θες;
- Φοίβο λέμε.
- Δεν λέμε. Λένε. Εσύ απλά, το δέχτηκες. Κι επειδή εμένα δεν μ' αρέσει... θα σε λέω Φόβο από εδώ και πέρα. Σου πάει. Είναι αυτό που είσαι.

- Στο όρθιο θα τη βγάλουμε; Να κάτσω;
- Παραμένεις Άγνωστος...
- Να σου πω κι άλλα για μένα... Να με μάθεις.
- Περιμένω παρέα σου είπα.
- Τί παρέα επιτέλους;
- Τον Πόνο, το Όνειρο και τη Γνώση...
- Έ;
- Έχεις να προτείνεις κάτι άλλο; Έχεις να μου προσφέρεις κάτι, ώστε να αφήσω ολόκληρη περιουσία να χαθεί; Εγώ βάζω την Άβυσσο... Εσύ, τί βάζεις;
- Έεε... Ταξείδια... Ταξείδια σε θάλασσες αγριεμένες. Σε όλη τη Γη. Όπου μου πεις.
- Πόσο Βαθειά μπορείς να με πας Φόβε;
- Φοίβο ντε!
- Πάψε! Πόσο βαθειά;
- Μυστήρια είσαι! Τί βαθειά; Δεν έχω ντε και κάνα υποβρύχιο! Ταξείδια σου είπα. Στην άγρια θάλασσα. Σε όποια από τις πέντε θες! Τις έχω δαμάσει όλες...
- Χα!

- Τί θα γίνει τώρα; Να κάτσω;
- Άσε, μια άλλη φορά. Περιμένω παρέα σε λίγο.
- Τί λες για την άλλη Δευτέρα; Μια δευτέρα ευκαιρία;
- Θα βρέχει.
- Μυστήρια είσαι! Ποιος σου το 'πε ότι θα βρέχει;
- Δεν περιμένω να μου πει κάποιος το πότε θα βρέξει. Βρέχει όποτε θέλω Εγώ...
Κι ο ήλιος βγαίνει όποτε νιώθω δυνατή να μοιραστώ το Φως του.
- Νόμιζα πως, όταν δέχεσαι το Φως του Ήλιου, γίνεσαι δυνατός όπως και να 'χει...
Ο Ηλιος δίνει Ζωή... έτσι λένε.
- Ω, ναι... δεν είπα το αντίθετο.
- Τότε; Τί;
- Ο Ήλιος, για να δώσει σε κάποιον Φως, θα πρέπει να το στερήσει από κάποιον άλλο. Έτσι είναι η συμφωνία. Για να δεχθώ λοιπόν το Φώς του... θα πρέπει να είμαι έτοιμη να σηκώσω το βάρος του Σκοταδιού που, θα σκεπάσει κάποιον άλλον.
Δεν είμαι έτοιμη ακόμα.

- Άρχισες να κάνεις μεγάλες προτάσεις. Με μπερδεύεις.
- Εσύ με μπερδεύεις μάλλον... με κάποια άλλη. Ίσως εκείνη που πλατσούριζε στην άκρη της Λίμνης... στα ρηχά.
- Δεν υπάρχει άλλη. Δεν υπάρχει καν Λίμνη. Μόνο κάτι απόνερα... από τη βροχή μάλλον, μαζεμένα... Και, να σου πω την αλήθεια; Ούτε που θυμάμαι.
- Σε πιστεύω, Φόβε. Σε πιστεύω.
- Μη με ξαναπείς Φόβο! Φοίβος είναι το όνομά μου!
- Δε χρειάζομαι πλέον να σε αποκαλώ με το όνομά σου. Απλά και μόνο με το χαρακτηριστικό σου. Κι όχι αυτό που προκαλείς. Αλλά αυτό που είσαι
- ...

- Ήρθε η παρέα μου. Πρέπει να φύγω. Θα σου έλεγα να έρθεις μαζί μας μα...
- Με δουλεύεις; Δε βλέπω κανένα!
- Τί να δεις φτωχέ μου; Τον Πόνο, το Όνειρο και τη Γνώση; Αυτά τα νιώθει κανείς... δεν τα βλέπει. Έχεις την εντύπωση πως, αυτοί που αποκαλούμε "Tυφλοί", δεν Πονούν, δεν Ονειρεύονται, δεν Γνωρίζουν... επειδή δεν Βλέπουν;
- Δε θα με συστήσεις;
- Δώσε μου ένα καλό λόγο για να το κάνω, Φόβε...
- ΛΟΙΠΟΝ! ΓΙΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ! ΦΟΙΒΟ ΜΕ ΛΕΝΕ! ΦΟΙΒΟ!


- Όντως... μπορεί να είναι κι η τελευταία φορά. Που με ακούς.
       Σου ζήτησα έναν καλό λόγο για να σε συστήσω στην παρέα μου κι εσύ ύψωσες τη φωνή σου, θυμίζοντάς μου και πάλι το όνομά σου. Νομίζω πως, για την ώρα, το όνομά σου, το Εγώ σου και μόνο αυτό, σου είναι αρκετό... Φοίβε.

       Για να αποκτήσεις μια παρέα σαν και τη δική μου... θα πρέπει να ξεκινήσεις να σκάβεις! Να σκάβεις τη λακούβα με τα απόνερά σου. Και να τη σκάψεις τόσο βαθειά, μέχρι που ο Ουρανός να μοιάζει με μια μακρινή φωτεινή κουκίδα σαν κοιτάς ψηλά... και τότε, Φοίβε, να αρχίσεις να κλαις. Να κλαις μέχρι να γεμίσει η λακούβα σου με δάκρυ... και μέσα στο δάκρυ σου αυτό, να κολυμπήσεις μέχρι να αναδυθείς στην επιφάνεια...

       Κι αν ποτέ φτάσεις εκεί... σαν κοιτάξεις γύρω σουθα δεις τη Λίμνη. Και θα ξέρεις πως σου ανήκει. Θα είναι η δική σου Λίμνη. Και τότε θα γνωρίσεις την παρέα μου...
Κι ίσως τότε, να σου πω το όνομά μου.

Άααχ, κουτό παιδί... το γιώτα, τί το θες;






...απόσπασμα από τη ζωή της Θεοδώρας Ζαφειρίου, "Εγώ; Βάζω την Άβυσσο...", Εκδόσεις ΒΥΘΟΣ, 2013