Sunday 17 November 2013

* Δάμων και Ερμής - Διάλογοι



- Είναι αλήθεια λοιπόν, Δάμων.
- Ερμή... ρωτάς εσύ; Που πρώτος γνωρίζεις τα πάντα;
- Δεν σε ρώτησα Δάμων. Απλά. Στο επιβεβαίωσα ότι, είναι αλήθεια. Σε "άκουσα" που αναρωτιόσουν.
- Ερμή. Έχει αργήσει ο Φιντίας. Έχει αργήσει. Νιώθω... νιώθω πως, ετούτη τη φορά, ο Διονύσιος, θα εκτελέσει την εντολή του απλά.
- Δάμων... ο Διονύσιος, δε θα εκτελέσει την εντολή του Απλά.
- (...)
- Δάμων... ο Διονύσιος, απλά, θα Εκτελέσει την εντολή του.
- (;)
- Δάμων. Δε θα είναι καθόλου Απλά. 
- Ώ θεοί!

- Δάμων... Τον Τρόπο, τον ξέρεις.
- Ερμή... Το Μυαλό σταματά. Χάνει τη γνώση.

- Δάμων... Τη Δύναμη, την έχεις.
- Ερμή... Το Σώμα λιώνει. Δεν αντέχει. 

- Δάμων... Το Σήμα από τους θεούς, εδώθη. Το είδες.
- Ερμή... Κλείνουν τα μάτια μου. Δε βλέπω καθα-... ΕΡΜΗ! Ερμή, τί είπες;

- Ναι Δάμων. Αυτό ακριβώς.
- Ερμή... είπες, Εδώθη... κι όχι Εδόθη.
- Ναι Δάμων. Το Η είναι δασύ. Στις σύνθετες λέξεις, εφόσον η επόμενη είν-...
- Ερμή, επιτέλους! ΠΑΨΕ! Δε με ενδιαφέρει η γραμματική. Γνωρίζω! Είπες ΕΔΩΘΗ... ΕΔΩ ΤΟ Η... Το Σήμα από τους θεούς, Εδώ Το Η.
- (...)
- Ερμή... το σήμα από τους θεούς λοιπόν είναι, η Ήττα μου; Εδώ;
- Δάμων. Δάμων, χαμένε μες στη μουσική σου θεωρία... Ελικρινά, με φέρνεις σε δύσκολη θέση.
- Ερμή... η ζωή μου τελειώνει και μου λες ότι, εσύ είσαι εκείνος που έρχεται σε δύσκολη θέση;
- Δάμων. Η Ζωή, δεν τελειώνει.
- Ερμή, αυτό το λες ΕΣΥ. Ένας θεός. Όμως εγώ, ένας θνητός ακόμα, δεν έχω αυτήν την πολυτέλεια.
- Δάμων. Το Σήμα από τους θεούς, Εδώθη. Δούλεψέ το. Επιτέλους! Πρέπει να φύγω.
- (...)
- (...)
- Ερμή στάσου! Στάσου να χαρείς! Ξημερώνει και η Ιώ δεν φάνηκε ούτε αυτή! Φοβάμαι πως... Φοβάμαι πως, η Ήρα... 
- Δάμων. Το Σήμα. Συγκεντρώσου στο Σήμα. Αυτό που οδηγεί τα δάκτυλά σου πάνω σε μια λύρα. Αυτό που αναγκάζει βαθυπράσινους βυθούς να γίνουν μελωδία. Αυτό το Σήμα. Αυτό.

- Ερμή... με πρόδωσε ο Φιντίας. Είχε υποσχεθεί ότι, θα επιστρέφει κάθε φορά. Κάθε!
- Εδώ είναι ο Φιντίας, Δάμων. Πώς θα μπορούσε να σε αφήσει μόνο; Ο καλύτερος φίλος σου; Ο Μόνος Αληθινός;
- Μα...
- Βγάλε χλαμύδα και ιμάτιο, Δάμων...
- (...)
- Ώ, θεοί! Και τον χιτώνα! Πώς μπορείς και τα φοράς όλα αυτά! Γυμνός Δάμων. Εμπρός! Γυμνός! Εσύ και η Αλήθεια!
- (...)

- Ορίστε. Να... Κράτησέ τα και χρησιμοποίησέ τα Σοφά Δάμων. Σοφά!
- Μα... τί; Τί είναι αυτά; Τί θες να κάνω;
- Κοπίδα και Γραφίδα Δάμων. Κοπίδα και Γραφίδα. Σκίσε το Στήθος Δάμων. Εκεί είναι ο Φιντίας. Δεν σε εγκατέλειψε ποτέ. Σκίσε για να τον βρεις. Κι όταν τον βρεις, να τον αφήσεις να βγει Έξω. Ακούς; Έξω! Ίσος με εσένα. Ζωντανός. Κι όχι κρυμμένος μέσα σου βαθιά για να τον χρησιμοποιείς στα δύσκολα και μόνο. Κι όταν αρχίσει να σου υπαγορεύει, Δάμων, με τη Γραφίδα τούτη εδώ, ξεκίνησε να γράφεις. Και μέχρι το αίμα από το στήθος να στερέψει, να χαθείς, γράφε την κάθε λέξη! Κι αν κλείσει γρήγορα η πληγή, εσύ, ξανάνοιξέ την! Μην σταματάς τη Συν+Γραφή όσο αυτός μιλάει.
- (...)
- Ζωές μετά, τα Κείμενα αυτά, όταν πια, για τους άλλους, δε θα υπάρχεις, να μείνουν να θυμίζουνε σε κάθε Ταξειδιώτη ότι, τὰ πάντα ῥεῖ... καί οὐδέποτε κατά τ᾽αὐτὸ μένειν. Γιατί Δάμων, όλα είναι ταξείδι. Κι όποιος θέλει τελικό προορισμό, μια Ιθάκη, θα πρέπει να απαρνηθεί τη Γνώση. 
- Μα, Ερμή. Δε βγαίνει νόημα από αυτά. Θνητός είναι εκείνος που πεθαίνει. Η Γνώση είναι εκείνη που σε κάνει Αθάνατο. Εγώ, Γνώση κατέχω. Πώς γίνεται Θνητός να νιώθω; Κι ότι, θα πεθάνω έτσι απλά, όπως και τόσοι άλλοι; Ή μάλλον, όχι απλά... μα ξέρ-...

- Δάμων! Μπερδεμένε μου Άθνητε, με τις συνωστισμένες σκέψεις. Η Γνώση είναι Εργαλείο κι όχι Τρόπαιο. Η Γνώση είναι Όπλο κι όχι Ελπίδα. Είναι Ασπίδα και Σπαθί. Κι όχι Ευχές και Ίσως. Η Γνώση θέλει Εφαρμογή. Θυμήσου το. Θυμήσου!
- Άθνητε;
- Ναι Δάμων. Όχι Αθάνατε. Άθνητε. Άθνητος, που πεθαίνει ξανά και ξανά, Δάμων. Άθνητος που, για τους άλλους, παύεις να υπάρχεις και μένεις ανάμεσά τους μα μακρυά από το βλέμμα τους. Διάφανος πια. Αόρατος. Μέχρι να εφαρμόσεις τη Γνώση. Αν. Όταν. Όπως.
- Η Ήττα μου είναι το Εδώ, Ερμή! Το Σήμα των θεών!
- Δάμων! Δάμων, το όνομά σου. Το όνομά σου Δάμων. Εκείνο που σου λείπει για να γίνεις Δαήμων, μπερδεμένε μου Άθνητε... Εκείνο που σου λείπει για να γίνεις ΔΑΗΜΩΝ, είναι ακριβώς αυτό. Το Ήττα!
- (!)
- Κι αυτό προσφέρουν οι θεοί σε εσένα τώρα, Δάμων. Είναι το τίμημα αυτό που, πρέπει να πληρώσεις. Μάθε από την ήττα σου, για να την κατακτήσεις. Για να μην είσαι άθνητος. Για να τα πούμε πάλι. Ξέρεις. Μαζί με τον Φιντία. Ίσοι κι οι δύο σας. Ζωντανοί. Εφαρμοστές της Γνώσης.
- Ερμή στάσου! Στάσου! Να χαρείς! Ξημέρωσε και η Ιώ... αν... Να, εννοώ...  δεν έχει ανατείλει. Όλα τα άστρα του Ουρανού, περάσαν, ταξειδέψαν, μα γύρω από τον Δία... τίποτε! Φοβάμαι πως, αν... Να, φοβάμαι πως, η Ήρα... Φοβάμαι είναι αργά και ίσ-...

- Δάμων. Το Σήμα. Συγκεντρώσου στο Σήμα. Αυτό που οδηγεί τα δάκτυλά σου πάνω σε μια λύρα. Αυτό που αναγκάζει Βαθυπράσινους Βυθούς, από Θάλασσες Άλλες, να γίνουν μελωδία μπροστά στα Μάτια σου.
- (...)
- Θυμήσου Δάμων. Το έχεις ξανακάνει. Θυμήσου!
- Ναι... Ναι.
- Έχει γυρίσει η Κλεψύχρα και πάλι Δάμων. Ζέστη. Κρύο. Φωτιά. ΠάγοςΝιώθεις το κάψιμο, έτσι δεν είναι; Φλόγα με τη Φλόγα. Να στάζει επάνω σου το βάρος της ευθύνης, έτσι δεν είναι; Κλέβει το ψύχος που, σε κρατούσε αδρανή, έτσι δεν είναι; Βρες τον Φιντία. Σε περιμένει. Σε περιμένει! Ξεκίνα να κόβεις!
- Ερμ-...
- Κοπίδα και Γραφίδα, Δάμων. Ξεκίνα να κόβεις.
- Κι αν είναι ήδη αργά σαν θα τελειώσω; Και άμα Δίας και Ιώ αννατείλουν σε άλλο Ουρανό; Κι άμα ποτέ ο Έσπερ-...
- Ξεκίνα... να Κόβεις!
- Εντάξει! ...εντάξει.

    Ο Δάμωνας άγγιξε την παγωμένη λεπίδα στο στήθος του. Μα, τί του ζητούσε ο Ερμής να κάνει; Πώς; Μήπως ήταν απλά, μια ακόμη δοκιμασία των θεών; Μήπως ο φίλος του, ο μόνος αληθινός του φίλος, ο Φιντίας, εμφανιζόταν ξαφνικά από τη γωνία του διαδρόμου; Να τον σώσει;
   Μα, ακόμα κι έτσι. Δεν θα του επέτρεπε να πάρει τη θέση του. Είχε υποσχεθεί στο Διονύσιο. Εκείνος που έπρεπε πάση θυσία να σωθεί, ήταν ο Φιντίας κι όχι αυτός.

   Σωθεί! Καλό κι αυτό. Μα, δεν ήταν θνητός για να χαθεί. Άθνητος! Έτσι τον χαρακτήσισε ο Ερμής. Να πεθαίνει ξανά και ξανά, δίχως να χάνεται. Ζωντανός ανάμεσα στους άλλους μα, κανείς να μην το βλέπει. Κανείς να μη γνωρίζει ότι, είναι εκεί. Ακόμα. Μα, τί κωμωδία κι αυτή! Σίγουρα, κάποιοι, εκεί στον Όλυμπο ψηλά, είχαν και το χρόνο και τη θέληση, να παίξουν μαζί του.

   Έδιωξε την τελευταία σκέψη αηδιασμένος με τον εαυτό του!
Πώς ήταν δυνατό να δείχνει τέτοια αχαριστία; Αφού, οι θεοί οι ίδιοι ήταν που, του προσέφεραν αυτό το Ήττα. Την Ήττα που του έλλειπε, για να μπορεί να είναι και αυτός ένας ισάξιος των άλλων, Δαήμων.
Το μόνο που έμενε ήταν, ο Δάμων, να προλάβει να ελευθερώσει το Φιντία, πριν να καούν κι οι δυο. Να ζήσει την Ήττα του και να την κατακτήσει. Για να έχει το Δικαίωμα να την φέρει μέσα στο Όνομά του.

   Η Κλεψύχρα συνέχιζε να μετράει. Φλόγα με τη Φλόγα. Έσταζε πάνω του καυτή η ευθύνη. Είχε τα πάντα στη διάθεσή του εκτός από... 
Μα, πού να είχε ανατείλει εκείνη τη νύχτα;
Σε ποιον Ουρανό; Πώς έδυσε μπροστά στα μάτια του τόσο ξαφνικά;

- Έννοια σου, Δάμων και δεν χάθηκε. Θα συνεχίσει να ανατέλλει είτε είσαι εδώ είτε χαθείς. 
- Μα... πού ξέρεις τί σκέφτομαι; Άσε με... Άσε με. Ακούς; 


- Ξεκίνα να κόβεις Δάμων. Τώρα. Όσο είναι παγωμένη η Κοπίδα και δροσίζει την πληγή. Σε λίγο θα έχουν καεί τα πάντα γύρω σου. Μέσα σου. Εσύ. Ο Φιντίας. Και κάθε τί που άγγιξες ποτέ σου. Και μόνο όσα άγγιξες Δάμων. Μόνο. Γι αυτό, μην ανησυχείς αν θα ξανανατείλει. Ξέρεις, του Δία η αγκαλιά, χωρά κι άλλη Σελήνη. Θα την χωρέσει και αυτή. Για πάντοτε. Δική του.
- Ερμή! ...ΕΡΜΗ! Δεν είναι δυνατ-...

   Μα οι τελευταίες λέξεις του, ποτέ δεν βγήκαν από τα χείλη. Μόνο ο ψυχή του άκουσε ετούτη την κραυγή του. Ούτε ο Ερμής μα, ούτε και τα ίδια του τα αυτιά, δονήθηκαν καθόλου. 

- "Δάμων! Κάποιοι ΣΥΝΤΟΝΙΖΟΝΤΑΙ και προχωρούν και κάποιοι ΣΥΝΩΣΤΙΖΟΝΤΑΙ κι αποχωρούν. Αυτό. Τίποτε άλλο", είπε ο Ερμής, καθώς έβγαινε από το δωμάτιο.
Άφησε την πόρτα μισάνοιχτη γνωρίζοντας ότι, ο Δάμων, θα παρακολουθούσε κάθε βήμα του, μέχρι να χαθεί στη γωνία, στο βάθος του διαδρόμου.






...απόσπασμα από το βιβλίο του Γρηγόρη Κρέζου, "ΔΑΜΩΝ & ΕΡΜΗΣ - Διάλογοι", 2013
εκδόσεις ΙΩΝΙΑ







Saturday 2 November 2013

* Νεράκι

Παγιδευμένοι Δαίμονες.
Μνήμες που φανερώνονται
και Λογική Μαζικής Παραγωγής
που αντιστέκεται σθεναρά στα Θέλω.
Στα Θέλω της Αλήθειας.

Αναζητήσεις Εξώκοσμες που, νιώθουν ένοχες γιατί,

είναι Αγνές και Ακαλούπωτες.
Ξένες προς την Ανθρώπινη μορφή.
Αναζητήσεις του Εγώ. Του Εσύ.
Του Πώς και του Γιατί μας.

Κύτταρα Συνομώτες που αψηφούν

τους Νόμους του Μυαλού.
Των ματιών και...
των λοιπών ΤΕΣΣ4ΡΩΝ ελλιπών αισθήσεων.
Κύτταρα Συνομώτες που ακούν μονάχα την Καρδιά
και σκίζουνε τη Σάρκα.

Καρδιά που συντονίζεται. Μυαλό που συνωστίζεται.

Συχνότητες που μπλέκουν. Ανθρώπινες.
Μήκη και Πλάτη ασύμμετρα.
Μακριά από το Μαύρο.

Πρασινογάλανα νερά γεμάτα προσδοκία.

Να μπεις και μέσα να χαθείς,
να νιώσεις τη Μαγεία.
Μακριά από το Ανθρώπινο, έστω για μια Ζωή.
Και μέσα τους,
κάθε "Ποτέ" που ορκίστηκες,
να αναιρεθεί.

Στο Γκρίζο κάθε ρίζας σου, να κρύβεται Σοφία.

Πόνος που τον ξεχρέωσες, για να γευτείς τη Γνώση.
Κι όλο αυτό, κάποια στιγμή, να χώνεται στο Μέσα.
Στο Εδώ σου. Στο Εκεί.
Κομμάτια από το Ένα.

Όλα είναι Ταξείδι σου. Σταθμός και στάλα Αίμα.

Το "Θέλω", απλά,
τη διαδρομή μονάχα καθορίζει.
Προορισμός; ...και Τελικός;
Ίσως και να μην παίζει.
Μα, πάλι... εκείνος ο Σταθμόςσαν κάτι να θυμίζει.


Πέρασες, μα Φοβήθηκες.
Τόλμησες, μα Ηττήθηκες.
Γέρασες, μα Αρνήθηκες.
Ακόμα, εκείνος ο Σταθμός, σαν κάτι να θυμίζει.

Πέθανες, μα Γεννήθηκες.
Ξέχασες, μα Θυμήθηκες.

Το Αφεντικό, σε περιμένει στη γωνία,

Παίρνει απ' τα χέρια σου το Εγώ,
Το αλλάζει, το διαλύει,
στο ξαναδίνει.
Απ' την Αρχή, γυρίζει την Κλεψύδρα και μετράει.
Πόσο καιρό θα σου πάρει αυτήν τη φορά,
να Γεννηθείς, να Θυμηθείς, να Ζήσεις.



Όπως ένα πεντάχρονο, συνέχεια ανακαλύπτεις...
Χαζό, δεκαπεντάχρονο, ζητάς την εμπειρία...
Σαν το εικοσπεντάχρονο, νομίζεις πως ορίζεις...
Αχ, τριανταπεντάχρονο... φεύγεις, ξαναγυρίζεις...
Και σαρανταπεντάχρονο, τώρα στο παραένα,
θα 'χεις στο Μέσα, Δύναμη. Αλλόκοτη.

Θυμήσου αυτά τα λόγια!


Γιατί, οι Δαίμονες, αέναοι ΔαήμονεςΓνωρίζουν.
 Κι αργά η γρήγορα,
θυμάται, το Σκοτάδι τους και μυστικά προδίδει.
Όχι πως ήτανε Κρυφά.
Απλά, ήταν Ξεχασμένα.
Στο Πριν, στο Τώρα, Στο Μετά,
δεν έχει σημασία.

Και ρίχνονται στην Άβυσσο. Είναι δεν είν' δική τους.

Συγκοινωνούνε πάντα αυτές και βρίσκεται η Άκρη,
Κι η Μέση. Ίσως κι Αρχή.
Μέχρι να πιάσουν πάτο.
Μέχρι οι φιάλες πια, κενές, να είναι μόνο βάρος.
Κι η Άνωση, ανύπαρκτη.
Μέχρι να βρεις το θάρρος.

Και Δαίμων με Δαήμονα, μονάχα, για βοήθεια


Μέχρι η Λήθη να Λυθεί και να γενεί Α-Λήθη-Α.







- (...)

- (!)

- (...)
- (;)
- (...)
- "Τί; Αυτό ήταν, παππού; Τελείωσε;"
- "Όχι. Να, λίγο Νεράκι να πιω και θα σου πω και το υπόλοιπο."
- "Παππού, τόσο πολύ διψάς;"
- "Όχι παιδί μου. Δε διψώ."
- "Μα, κι όλο αυτό το νερό;"
- "Νερό; Αχ, καλό μου! Νεράκι είναι παιδί μου. Νεράκι. Μαγικό."
- "Παππού, τρελάθηκες;"
- "Ναι. Εδώ και Ζωές ολόκληρες."
- "Ζωές ολόκληρες! Νεράκι μαγικό! Παππού, πάει! Όντως τρελάθηκες!"
- "Ναι... Αυτό μου έλεγε κι η Νονά μου!"
- "Η Νονά σου;"
- "Ναι... Ναι. Εκείνη. Καμιά φορά, τη ζάλιζα, ξέρεις. Κι εκείνη, πάντα, χαϊδεύοντάς μου τα μαλλιά, μου έλεγε, 'Πάει άγγελέ μου! Εσύ, τρελάθηκες τελείως!'...και μετά συμπλήρωνε, 'Μα, την Αγαπώ την Τρέλα σου... Με κάνει να αντέχω τη δική μου."





..από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων, "Έκανα Μια Σκέψη", του Γρηγόρη Κρέζου, 1969- 






* Στον Τοίχο...


- "Γύρισες κιόλας;"
- "Ναι, δεν είχε πολλή κίνηση. Ξεμπέρδεψα γρήγορα."
- "Ήταν κάτι μπλεγμένο;"
- "Ορίστε;"
- "Είπες πως, ξεμπέρδεψες κάτι... και μάλιστα γρήγορα."
- "Έχεις όρεξη, έτσι;"
- "Και έτσι... και αλλιώς. Πέρασε ο Άγγγελος από εδώ."
- "Ο Άγγελος... Ποιος Άγγελος;"
- "Σωστά. Ποιος από όλους, ε; Εκείνος ο τύπος που έχει αναλάβει το Καταστατικό. Δεν άφησε επώνυμο. Ξέρεις εσύ, μου είπε."
- "Ναι. Ναι, ξέρω. Άφησε κάποιο μήνυμα;"
- "Άγγελος είναι. Άμα δεν άφηνε αυτός μήνυμα, ποιος άλλος θα άφηνε; Όνομα και πράγμα ο τύπος. Ή η τύπισσα... χαχα..."
- "Προς τί η ειρωνεία;"
- "Ε, να... οι άγγελοι δεν έχουν φύλλο. Έτσι δε λένε;"
- "Δεν έχω όρεξη. Εντάξει; Τί ακριβώς λέει το μήνυμα; Μόνος του ήρθε; Τί σου είπε;"
- "Ναι. Μόνος. Μου είπε πως κοντεύει να περάσει ο μήνας και θα πρέπει να το καταθέσει στο Πρωτοδικείο. Εϊχες, λέει, αναλάβει να φροντίσεις για την επικύρωση των αντιγράφων και τα παράβολα σε ΔΟΥ, Επιμελητήριο, Ταμείο Νομικών και Προνοίας. Αν έχεις ξεμπερδέψει με αυτά, να τον ενημερώσεις για να περάσει να πάρει τα διπλότυπα και να ετοιμάσει το φάκελλο. Τώρα, αν ξέχασα και κάτι, λογικό είναι. Δεν ξέρω εγώ από αυτά. Καλύτερα να τον πάρεις τηλέφωνο, να τα πείτε. Μόνο που..."
- "Μόνο που;"
- "Να. Έχω την εντύπωση πως, φαινόταν κουρασμένος. Κουρασμένος, σκεπτικός κι απογοητευμένος που καθυστερεί η διαδικασία. Κι άφηνε την εντύπωση πως, ένιωθε υπεύθυνος αυτός... Όμως, κατάλαβα πολύ καλά ότι, αυτό οφείλεται σε εσένα αποκλειστικά."
- "Ναι. Ναι, ξέρω. Ξέρω. Είναι καθαρά δική μου ευθύνη. Ο Άγγελος έκανε και κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί... Μα, τί λέω! Τα έχει κάνει όλα."
- "Μη μου πεις πως δεν έχεις ξεμπερδέψει με τις επικυρώσεις των αντιγράφων..."
- "Αν σου πω τώρα πως, ούτε ένα διπλότυπο δεν έχω τακτοποιήσει, τί θα πεις;"
- "Τίποτα. Δεν θα πω τίποτα. Μόνο ίσως..."
- "Μόνο ίσως... τί;"


- "Απορώ, γιατί ασχολείται ακόμα με την υπόθεσή σου. Αυτό."
- (...)
- "Και όχι μόνο ασχολείται... αλλά έρχεται εδώ με σχεδόν απολογητικό ύφος και νιώθει και υπεύθυνος για την καθυστέρηση. Μέσα από τα λόγια του, άφησε να εννοηθεί πως, θεωρεί την όλη Στάση του, προκλητική και αποπροσανατολιστική. Ότι, ο τρόπος παρουσίασης των δεδομένων της Μελέτης, ήταν λάθος επιλογή του. Δηλαδή, είναι να τρελαίνεται κανείς με αυτόν τον άνθρωπο.
- (...)
- "Αλήθεια... τόσες ζωές που έλλειπες, πού ήσουν; Είπες πως ξεμπέρδεψες γρήγορα... Τί ξεμπέρδεψες; Από πού; Με τί; Έχεις συναίσθηση του τί λες και τί κάνεις ρε;"
- (...)
- "Και μου τη λες κι απο πάνω για τον τόνο μου..."
- "Έχεις δίκιο... και πάλι."
- "Άντε ρίξε πρώτα λίγο Νεράκι στο πρόσωπό σου κι έλα, γιατί έχω κι άλλα..."





- "Λοιπόν... πέρασε κι ο Άγγελος νωρίτερα. Πριν από αυτόν με το Καταστατικό."
- "Ποιος Άγγελος πάλι;"
- "Ο συνέταιρός σου. Αυτός ήταν στον κόσμο του. Άφησε τις φωτογραφίες από την εκδρομή. Πάνω στο τραπέζι είναι. Απλά, η άλλη περίπτωση μου φάνηκε πιο επείγουσα, γι αυτό στην ανέφερα πρώτη."
- "Ναι. Ναι, καλά έκανες."
- "Όχι δηλαδή ότι παίζει και κάνα ρόλο... αλλά έτσι έκρινα."
- "Πώς; γιατί το λες αυτό;"
- "Ρε φίλε... Εφόσον το ξέρεις πως υπάρχει προθεσμία για την κατάθεση στο Πρωτοδικείο γιατί το καθυστερείς; Θές να τα τινάξεις την Επιχείρηση στον αέρα; Ακόμα δεν Ιδρύθηκε;"
- "Όσο γι αυτό..."
- "Κοίτα. Μήπως θα ήταν καλύτερο να μιλήσεις με τον Άγγελο για την προοπτική διαδικασίας πτώχευσης;"
- "Τι; Τί μου λες τώρα; Πώς; Ακόμα δεν ιδρύθηκε! Στο κάτω κάτω, είναι Μη Κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Ερευνητική Εταιρία είναι. Τί μου λες;"
- "Ναι, καλά. Με δουλεύεις; Τα άρθρα του Καταστατικού, εκείνα που αναφέρονται στις προοπτικές μεταβολής της δραστηριότητας της εταιρίας, είναι περισσότερα από εκείνα που περιγράφουν τη σύσταση και το αντικείμενο. Τέλος πάντων... Δεν έλεγα γι αυτόν τον Άγγελο. Τον άλλο. Το συνέταιρό σου έλεγα... Δε σου φταίω εγώ που έχουν το ίδιο όνομα."
- "Φτάνει πια! Με ακούς; Φτάνει! Φτάνουν οι Άγγελοι! Δεν θέλω άλλους Αγγέλους!"
- "Πρόσεξε τί εύχεσαι, γιατί μπορεί και να σου δοθεί! Διευκρίνισέ το!"
- "Την τρέλα μου μέσα πια! ΞΕΡΩ! Σκάσε! Ξέρω!"
- "Αφού Ξέρεις... θα πρέπει να ξέρεις πως και να σκάσω... τη φωνή θα την ακούς. Γιατί, δεν είναι η δική μου φωνή που ακούγεται δυνατά. Η δική σου είναι!"
- "...σκάσε. Σε παρακαλώ. Σκάσε."


- "Να φτιάξω καφέ; Θα πιεις;"
- "Ναι. Δώσε μου κι ένα τσιγάρο, γιατί τα δικά μου τα ξέχασα καθώς ερχόμουν."
- "Πού τα ξέχασες πάλι;"
- "Ξέρω γω; Τόσα χρόνια πέρασαν. Κάπου θα τα ξέχασα... Ακούς εκεί, 'Πτώχευση'... κι οι Πιστωτές; Οι Πιστωτές πώς θα ικανοποιηθούν; Μα, τί λέω; Το Προσωπικό; Πώς θα αποζημιωθεί το Προσωπικό; Πώς; Κι όχι τόσο το 'Πώς'... αλλά το 'Πότε'. Το 'Πότε'."
- "Αν το μόνο πρόβλημα που έχεις, είναι αυτό... τότε..."
- "Εκτός κι αν..."
- "Πες το..."
- "Εκτός κι αν καούν κι αυτοί, όπως τόσοι..."
- (...)
- "Δεν ξέρω. Πάψε πια. Άσε με λίγο. Μόνο λίγο. Δεν ακούω καν τη Σκέψη μου."
- "Κι όμως. Το ξέρεις πως σε αυτό το δωμάτιο, είσαι μόνος. Αν υπάρχει κάτι που ακούς, αυτό είναι η Σκέψη σου και μόνο!"
- (...)
- "Άντε ρίξε πάλι λίγο Νεράκι στο πρόσωπό σου κι έλα, γιατί έχω κι άλλα..."



...συνεχίζεται






...από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων, "Έκανα Μια Σκέψη", του Γρηγόρη Κρέζου, 1969-