Tuesday 7 January 2014

* Σκέψεις ΕπιΣκέψεων (Τo Όχι-μα)



"Πώς να ζήσεις όλα τα Ζήσιμα, αν δεν κάψεις κάθε Όχιμα;"

Το διάβασε ξανά… και ξανά. Και κάθε φορά, του ακουγόταν όλο και πιο ξένο. Ίσως από αντίδραση. Το συναίσθημα, του ήταν γνωστό. Ξέρεις… Άρνηση. Μη αποδοχή.

"Μα… και το Όχιμα, στα Ζήσιμα δεν ανήκει;", τόλμησε να ρωτήσει.
Φυσικά, απάντηση δεν υπήρξε. Κι από ποιον να υπάρξει; Το ανησυχητικό θα ήταν, μέσα στην απόλυτη ερημιά του cockpit, να ακουγόταν κάποια άλλη φωνή. Ε, τότε θα τα χρειαζόταν!
"Θεέ μου", σκέφτηκε… "Πόσο μακρυά από την τρέλα είμαι;"

Η Κάθοδος παρέμενε βασανιστικά αργή. Σταθερή μεν. Αργή δε.
Προσπάθησε να φέρει στο μυαλό του την κουβέντα της περασμένης… Μέρας; Νύχτας
Σύμφωνα με το "ημερολόγιο" του σκάφους, θα πρέπει να ήτ-…
"Ημερολόγιο!", γέλασε με αγανάκτηση…

Πόσες, μα πόσες λέξεις κι έννοιες έχει συνθέσει αυτό το "Άνθρωπος" για να περιγράφει, να προσδιορίζει την καθημερινότητά του, σε σχέση με το Χρόνο! Και πόσο Ανεπαρκείς είναι αυτές, έως και Άχρηστες για τις Υψηλότερες αναζητήσεις του!
Πόσες Δεκαετ-…
"Δεκαετίες! Ήμαρτον πια! Ούτε μια Σκέψη δε μπορώ να ολοκληρώσω πλέον!", ούρλιαξε με ακόμα μεγαλύτερη αγανάκτηση…

Όντως… τί νόημα μπορούσε να έχει πλέον ο κάθε, γήινα Ανθρώπινος, προσδιορισμός, με αυτό που ζούσε εκεί; Στο συγκεκριμένο σημείο. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Πώς και Γιατί βρέθηκε εκεί; Ίσως και να το μάθαινε φτάνοντας.
Και το αμέσως επόμενο ερώτημα; Φτάνοντας Πού;
Πού ήταν το Εδώ του;
Ποιο ήταν το Εδώ του;
Πώς ήταν το Εδώ του;

Ένας Κόσμος Ξένος. Θολός ακόμα.
Ίσα που διέκρινε τα νέφη της ατμόσφαιρας.
Απλά… σκιές, να περνούν μπροστά από τα μάτια του.
Μάτια του! Τέλος πάντων… Αυτούς τους δυο αισθητήρες στους οποίους όφειλε ένα μεγάλο κομμάτι της ύπαρξής του. Κι αυτό γιατί, είχαν τη δύναμη -και το γνώριζε πλέον- να εκπέμπουν και να λαμβάνουν σήματα από κάθε σημείο του Συν-Παντός. Κι αυτό του εξασφάλιζε πνοή και τροφή καθόλο το Ταξείδι του. Κι αυτό, ήταν Θείο Δώρο.


Στο Σκάφος του, υπήρχαν δυο διαφορετικά Χρονολόγια. Φυσικά, ήταν συχρονισμένα με το ρυθμό ροής του Χρόνου πάνω στη Γη. 
Ένα μηχανικό κι ένα ηλεκτρονικό. Και τα δυο ήταν φτιαγμένα να λειτουργούν σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας. Και τα δυο ήταν κλεισμένα σε ειδικό θάλαμο, μέσα στον οποίο επικρατούσαν συνθήκες τεχνητής έλλειψης βαρύτητας. Ξέρεις. Για υπερδιαστημικά ταξείδια…
Στο Κενό.
Στο Καινό.

Και τα δυο ήταν απλοί καταμετρητές του Τώρα, βάση του Τότε.
Και τα δυο ήταν απαραβίαστα. 

Και τα δυο ήταν... σταματημένα εδώ και πολλά, πολλά χρόνια!
Μάλλον ήταν χρόνια. Ίσως και χτες. Ίσως και να λειτουργούσαν. Αλλά αργά. Πολύ αργά. Σαν σταματημένα.

Το μόνο που δεν έχει σχέση, με οτιδήποτε κι αν καταπιάνεσαι τελικά, είναι ο Χρόνος.
Ο Τόπος; Ελάχιστα. Τον προσαρμόζεις…
Ο Τρόπος; Πάντα!

Σε ακούω να λες πως, Αν δεν Υπάρχει Αρκετός Χρόνος να
Σκέψου τα Mayflies
Ζούνε 24 γήινες ώρες.
Συλλαμβάνονται… εκκολάπτονται… ζευγαρώνουν… γεννούν… πεθαίνουν…
Να ζουν έντονα γύρω στα τριάντα γήινα λεπτά; Ξέρεις. Να τσιμπήσουν κάτι και να βρουν ταίρι;
Μετά, κυοφορία. Μετά γέννα.
Και μετά… Tίτλοι Tέλους.

Εικοσιτέσσερις γήινες ώρες. Μια Ζωή. Σε μία Ημέρα!
Όπως και κάποιοι άνθρωποι... χρειάζονται μόνο μερικά δευτερόλεπτα REM, για να ζήσουν έντονα όσα άλλοι χρειάζονται Ζωές ολόκληρες να προσπαθούν… κι ΑΝ.
Και ΝΑΙ… τα συναισθήματα είναι το ίδιο έντονα στον Ύπνο και στον Ξύπνιο! Και οι Πληγές, πονούν αληθινά! Και μάλιστα, οι πληγές του Ύπνου, πονούν διπλά όταν Ξυπνά κανείς...

Μη μου μιλάς για το Χρόνο.

Μα, αν θες να μου μιλήσεις γι αυτόν, εξήγησέ μου πώς να περιγράψω την Κάθοδο. Τη διάρκειά της. Την ηλικία μου. Αυτά.
Όλα αυτά που στη Γη θα ήταν πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσια ενός Ηλιακού Έτους. Πώς να αναφερθώ σε αυτά Εδώ;
Θα μου δώσεις νέες λέξεις ή νέες σχέσεις;

Με έμαθες να λέω Καλημέρα. Καληνύχτα.
Να μετρώ τις Ώρες. Να τις σκοτώνω.
Να ζητώ ένα Μεροκάματο. Ένα Νυχτοκάματο.
Να κάνω Χρόνια και Ζαρμάν να δω κάποιον.
Να περιμένω Πάλι με Χρόνια με Καιρούς, πάλι δικά μου να'ναι.
Να περιμένω Μια Ζωή.
Να μετρώ Λεπτό με το Λεπτό.
Να λέω Βδομάδα. Μηνιάτικο. Ετήσιος.
Να χάνω τη ζωή μου σε Κλάσματα του Δευτερολέπτου.

Με στοίχειωσες, λόγω της εμμονής σου στην περιστροφή ενός Πλανήτη γύρω από ένα Άστρο. Που, στην τελική, αν το δεις στην πραγματική μορφή του… μόνο περιστροφή δεν είναι!
Μα, ακόμα κι αν ήταν...
Ε, και;

Ποιο το καλό;
Σε τί σε οφέλησε το να μετράς το Χρόνο;
Έμαθες από το Τότε;
Ζεις το Τώρα;
Γνωρίζεις το Μετά;
Τί σε απασχολεί τόσο πια ο Χρόνος!

Να ζήσω τα Ζήσιμα…
Να κάψω τα Όχι-μα…

Κάθε ΟΧΙ και κάθε ΜΑ… δεν ανήκει στα Ζήσιμα;
Κάθε τι που δεν αρνήθηκα, δεν απασχόλησε κομμάτι της ζωής μου;
Πώς θα τα Κάψω, αν δεν τα Ζήσω κι αυτά;
Αφήνοντάς τα στην Άκρη;
Μας στοιχειώνουν τα Ζησμένα… να μας στοιχειώσουν και τα Άζητα;

Ξέρω. Θα πεις, "Περνά ο Χρόνος. Τί θα μας μείνει; Πόσο; Κι αν ένα Mayfly βολεύεται με 24 γήινες Ώρες Ζωής, θα πρέπει να βολευτώ κι εγώ που, έχω τόσα να δώσω και θέλω άλλα τόσα να πάρω; Τόσα να ΣυνΖήσω; Να ΣυνΑλλάξω; Να ΣυνΒιώσω;"

"Δε μου φτάνει το όσο. Είμαι Άνθρωπος."
"Είμαι Άνθρ-…"

Κι εκεί θα σωπάσεις.
Γιατί θα θυμηθείς ότι εσύ… Δεν Είσαι απλά, ένας Άνθρωπος.
Γιατί θα θυμηθείς ότι εσύ… Δεν Είσαι ένας Απλός Άνθρωπος.
Γιατί θα θυμηθείς ότι εσύ… Απλά, Δεν Είσαι Ένας Άνθρωπος.

Δεν είσαι ΕΝΑΣ Άνθρωπος!

"Χρόνος!", φώναξε και πάλι κοιτάζοντας, ειρωνικά, τα δυο σταματημένα Χρονολόγια στα μάτια.
Εκείνα, χαμογέλασαν και βυθίστηκαν και πάλι στον Ύπνο τους. Κρατώντας μέσα τους γήινες δεκαετίες ζωής. Τέσσερις. Και Τέσσερα χρόνια. Μα, αυτός δεν ήταν σε θέση να το γνωρίζει.
Και τα δυο ήταν... σταματημένα εδώ και πολλά, πολλά χρόνια!
Μάλλον ήταν χρόνια. Ίσως και χτες. Ίσως και να λειτουργούσαν. Αλλά αργά. Πολύ αργά. Σαν σταματημένα.


"Πώς να ζήσεις όλα τα Ζήσιμα, αν δεν κάψεις κάθε Όχι-μα;"
Το διάβασε ξανά… και ξανά. Και κάθε φορά, του ακουγόταν όλο και πιο οικείο.

- "Παραμιλάς πάλι, Ερμή;", τον ρώτησα.


Το αίμα του αρνήθηκε να βγει από την καρδιά, για αρκετά Δευτερόλεπτα. Τρόμαξε. Λιποθύμησε. Είχε ξεχάσει και πάλι την ύπαρξή μου. Τον έβαλα να κοιμηθεί και ενεργοποίησα την επιλογή "Βυθός", στο Surroundings Simulation menu του δωματίου του.



"Δευτερόλεπτα!", μονολόγησα κι εγώ. "Πόσο μα, πόσο δεμένοι είμαστε με την περιστροφή ενός Πλανήτη, κάποτε, γύρω από ένα Άστρο!"

Βυθίστηκα κι εγώ με τη σειρά μου στο κάθισμα του Κυβερνήτη και πήρα το πηδάλιο στα χέρια μου...
Το άφησα αμέσως, χαμογελώντας.

Έτσι κι αλλιώς… όποια πορεία κι αν χαράζαμε, όποιους σταθμούς κι αν επιλέγαμε, ο Προορισμός ήταν Ένας.








…συνεχίζεται





...από την ανέκδοτη συλλογή κειμένων, "Έκανα Μια Σκέψη", του Γρηγόρη Κρέζου, 1969-